Περιοδικό Πολιτικής Και Πολιτισμικής Παρέμβασης
Σε εποχές που βασιλεύει το ψέμα, η διάδοση της αλήθειας είναι πράξη επαναστατική
Αρχική σελίδα
Προτάσεις
Τεύχη
Αρθρα
Αναζήτηση διαλόγου
Αναζήτηση - άρθρα/τεύχη
Σύνδεσμοι
Πληροφορίες
Ρεσάλτο Blog
Αναζήτηση
::
Κατάλογος Μελών
Εγγραφή
::
Σύνδεση
::
Προφίλ
Γεωπολιτική - Επιστήμη
Δημοσίευση απάντησης
Όνομα μέλους
Θέμα
Περιεχόμενο
Emoticons
Περισσότερα Emoticons
Χρώμα γραμματοσειράς:
Προεπιλογή
Βαθύ Κόκκινο
Κόκκινο
Πορτοκαλί
Καφέ
Κίτρινο
Πράσινο
Λαδί
Κυανό
Μπλέ
Βαθύ Μπλέ
Λουλακί
Βιολετί
Λευκό
Μαύρο
Μέγεθος γραμματοσειράς:
Μικροσκοπικό
Μικρό
Κανονικό
Μεγάλο
Τεράστιο
Να κλείσουν τα Tags
Επιλογές
HTML
Ενεργό
BBCode
Ενεργό
Smilies
Ενεργά
Απενεργοποίηση HTML σ' αυτή τη δημοσίευση
Απενεργοποίηση BBCode σ' αυτή τη δημοσίευση
Απενεργοποίηση Smilies σ' αυτή τη δημοσίευση
*** Αυτή η Δημοσίευση θα εξετασθεί και θα μείνει κρυφή μέχρι την έγκρισή της. ***
Όλες οι Ώρες είναι GMT + 2 Ώρες
Μετάβαση στη:
Επιλέξτε μια Δημόσια Συζήτηση
----------------
Πολιτική Δημοσίευσης
Ανακοινώσεις
Ευρετήριο
----------------
Ειδήσεις
Πολιτική - Oικονομία
Εθνικό - Μεταναστευτικό
Ορθοδοξία - Κοινωνία
Πολιτισμός-Παιδεία-Γλώσσα
Ιστορία - Φιλοσοφία
MME - Τρομοκρατία - Μ.Κ.Ο.
Οικολογία - Περιβάλλον
Γεωπολιτική - Επιστήμη
Καταγγελίες
Χιούμορ - Σάτιρα
Γενικές Συζητήσεις
Ανασκόπηση Θέματος
Συγγραφέας
Μήνυμα
Γιάννης Παπαμιχαήλ
Δημοσιεύθηκε: Τρι Φεβ 18, 2025 6:15 pm
Θέμα δημοσίευσης: Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος 5ο)
Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος 5ο)
Η ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΩΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Του Γιάννη Παπαμιχαήλ
Συμβιβάζεται άραγε πρακτικά ή θεωρητικά, μια συντηρητική στάση ή πολιτική επιλογή με την έννοια της αριστεράς;
Στο επίπεδο του υπό αμφισβήτηση σήμερα (αν όχι υπό συνειδησιακή αποδόμηση), συλλογικού υποκειμένου της κοινωνικής τάξης των θυμάτων της εκμετάλλευσης, ο συντηρητισμός χαρακτηρίζει την ελάχιστη βάση ταξικής συλλογικής συσπείρωσης, που, τουλάχιστον στην μαρξίζουσα θεωρία, αντανακλούσε την αυθόρμητη, μεταρρυθμιστική και μάλλον συντηρητική πολιτική συνείδηση των χειμαζόμενων λαϊκών μαζών. Αποτελούσε τρόπον τινά, αυτή ακριβώς η συντήρηση, την απολύτως απαραίτητη συνδικαλιστικού τύπου προϋπόθεση ή έστω, «τρεϋντγιουνιστική» συνεκτική βάση για κάθε μετέπειτα προσπάθεια μετάβασης σε ένα υψηλότερο, επαναστατικό επίπεδο συλλογικής πολιτικής συνείδησης και πράξης. Με άλλα λόγια, όπως ακριβώς η «ταξική πάλη» είναι εδαφοποιημένη και όχι ανεδαφική- και όπως κατά συνέπεια, η αριστερά είναι εξ ορισμού πατριωτική, (αλλιώς δεν μπορεί να είναι ούτε διεθνιστική, αλλά απλώς μια εκτός τόπου και χρόνου κοσμοπολίτικη μικροαστική ιδεολογία), έτσι, για τους σοσιαλιστές τουλάχιστον, σε ορισμένες περιόδους υποχώρησης των λαϊκών κινημάτων, αυτή ακριβώς η «ταξική πάλη» καθίσταται και η μόνη, συγκυριακά έστω, αλλά πραγματικά, συντηρητική αντίπαλος των αστικών εκσυγχρονισμών και ριζοσπαστισμών. Δεν πρόκειται καθόλου για τα ψιλά, αλλά για τα «χοντρά γράμματα» της μαρξίζουσας πολιτικής κοινωνιολογίας, έστω και αν ο ίδιος ο Μαρξ στην εποχή του, σε αντίθεση με άλλους στοχαστές και φιλοσόφους (όπως αργότερα ο Πολάνυι), αλλά συνεπής με το μοντέλο ανάλυσης του ιστορικά προοδευτικού ρόλου της αστικής τάξης του 19ου αιώνα καθώς και με το επαναστατικό πολιτικό όραμα του, απαξίωσε τις λουδίτικες λαϊκές αντιδράσεις των τότε εργαζομένων στη βιομηχανική επανάσταση και στη μηχανοποίηση της παραγωγής…
Υποκαθιστώντας όμως το κοινωνιο-πολιτικό πεδίο της ταξικής πάλης από το κοινωνιακό- εκείνο δηλαδή που συναρτάται μεθοδολογικά στις εξατομικεύσεις, στις μειονοτοποιήσεις και στα ιδεολογήματα του νομικού δικαιωματισμού, υποκαθιστώντας συνεπώς το επαναστατικό πολιτικό πρόταγμα του αριστερού ριζοσπαστισμού (δηλαδή την εν δυνάμει κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και της ελευθερίας συλλογικά, από τους εκάστοτε σκλάβους και τα θύματα της κοινωνικής εκμετάλλευσης), από το νομικά αφηρημένο και προσχηματικό όραμα ενός «δικαιότερου κόσμου ίσων ευκαιριών αυτοπραγμάτωσης του καθενός», εντός ενός ιστορικά συγκεκριμένου και αντικειμενικά όλο και πιο άνισου πραγματικού κόσμου,
αυτή η δήθεν αριστερά έχασε και τη δυνατότητα να διανοείται και να κατανοεί τον προοδευτικό δυναμισμό που, σε ορισμένες ιστορικές περιστάσεις, μπορεί να διαθέτει η συντήρηση των συνεκτικών συλλογικών συνειδήσεων και των ιστορικών κεκτημένων.
Παράλληλα, με την επίκληση του παραπάνω μαρξίζοντος «αντι-λουδιτισμού», ερωτήματα σχετικά με το ιστορικό νόημα της τεχνο-επιστημονικής «αέναης προόδου», με την εργαλειακότητα κατά την μετάβαση από την βιομηχανική στην ψηφιακή κοινωνία, ή ακόμα με τις ανθρωπολογικές πλέον (και όχι απλώς κοινωνιο-οικονομικές) αλλαγές που συνοδεύουν τα επιτεύγματα της τεχνητής νοημοσύνης και τις φιλολογίες του τεχνητού υπανθρωπισμού (που εύσχημα, αποκαλείται «μετανθρωπισμός»), εγκαταλείπονται ευχαρίστως από τους «μέσους προοδευτικούς» δυτικούς πολίτες, στους σχολαστικούς προβληματισμούς των «ειδικών» και στους ιδεαλισμούς των φιλοσόφων…
Με άλλα λόγια, μαζί με το επαναστατικό όραμα της λαϊκής «αριστεράς» για το μέλλον, κατέρρευσε και το συντηρητικό αντανακλαστικό της διάσωσης «επί του παρόντος» των ιστορικών συλλογικών κεκτημένων που θεωρούνται ασύμβατα με τις επιδιώξεις των «προοδευτικών ελίτ». Χειρότερα ακόμα: χωρίς τις παραδοσιακές της αναφορές στον επαναστατικό δυναμισμό της εργατικής τάξης, είναι πιά σε αυτές ακριβώς τις «προοδευτικές» ελίτ του δυτικού ιδίως κόσμου που η καθεστωτική «αριστερά» αναγνώρισε το ιστορικό καθήκον της ριζοσπαστικής αποδόμησης του (πάντα άδικου, όλο και πιο άνισου) νεότερου παλαιού κόσμου – δηλαδή πρακτικά, το ιστορικό δικαίωμα μιας ριζικά αντιδημοκρατικής διαχείρισης της λαϊκής απόγνωσης και οργής. Το δικαίωμα τρόπον τινά μιας «δικτατορίας του προλεταριάτου», χωρίς προλεταριάτο, χωρίς ιστορικές συλλογικότητες, χωρίς εθνικές ή ταξικές συλλογικές συνειδήσεις. Με μόνες ιστορικά παρούσες, τις νομικά δικαιωματούχες μειοψηφίες που αποκαλούνται «μειονότητες» καθώς και τα περιφερόμενα άτομα που φαντασιώνουν ότι είναι «ίσοι και διαφορετικοί μεταξύ τους, πολίτες του κόσμου»… Στο όνομα της «προόδου που συντελείται» προωθήθηκε άλλωστε από τις «πρωτοπορίες» των μετα-δημοκρατικών «ελίτ» μια νέα μορφή τεχνοφεουδαρχικού δεσποτικού καθεστώτος, η οποία ελέγχει ασφυκτικά την δικαιοσύνη και μέσω αυτής, αμφισβητεί ευθέως στις συντηρητικές λαϊκές μάζες το δικαίωμα να εκλέγουν δημοκρατικά τις κυβερνήσεις που επιθυμούν…
Τίποτα το περίεργο σε αυτά: όπως πολλοί στοχαστές στην ιστορία (θεολόγοι, πολιτικοί φιλόσοφοι, μακιαβελικοί ή μη, νομικοί, αργότερα κοινωνικοί επιστήμονες κλπ.), πολλοί, λίγο ή πολύ, μαρξίζοντες σύγχρονοι «αριστεροί αναλυτές», εντάχθηκαν με το αζημίωτο στις ομάδες των οργανικών διανοούμενων της «αυλής» των απολυταρχικών ή δεσποτικών καθεστώτων της Δύσης ή της Ανατολής. Σε εκείνους δηλαδή τους «οργανικούς διανοούμενους» που «ερμηνεύοντας» υποτίθεται όσο μπορούσαν πιο «αντικειμενικά» τις ιστορικές εξελίξεις, εμμέσως δικαιολόγησαν ως ιστορικά αναγκαία, όλα τα εγκλήματα κατά της φύσης και των ανθρώπινων κοινωνιών, που έλαβαν πάντα χώρα στο όνομα των δικαιωμάτων της εκάστοτε έννομης τάξης έναντι του χάους, της προόδου έναντι της στασιμότητας ή αργότερα, της παγκόσμιας πολιτικής πάλης των θυμάτων της εκμετάλλευσης απέναντι στις ανάλογες, διεθνείς πρακτικές των εκμεταλλευτών τους. Αντίθετα, όσοι πάλεψαν «ενάντια στο ρεύμα», είτε αποσιωπήθηκαν, είτε απλώς τους έφαγε η μαρμάγκα της εκάστοτε πολιτικής ορθότητας. Κοινώς, «τους πήρε ο διάβολος», μαζί με τις περιβόητες αξίες του πολιτισμικά εξαμερικανισμένου ευρωπαϊκού «πολιτικού πολιτισμού»…
Από πού προήλθε όμως η παρατηρούμενη συντηρητική μεταστροφή της δυτικής κοινής γνώμης που τόσο ανησυχεί τους κατά δήλωση προοδευτικούς; Υπήρχαν μέχρι σήμερα- και προφανώς υπάρχουν ακόμα στις νοοτροπίες των σύγχρονων δυτικών πολιτών, πολλά στερεότυπα αφηρημένου και εξατομικευμένου δικαιωματισμού, συμπεριληπτικού ανιστορισμού και αντιπατριωτισμού- δηλαδή κοσμοθεωρητικού ριζοσπαστισμού εκβιαστικά εμφυτευμένου στις συνειδήσεις (χωρίς περιττές «συνωμοσιολογίες», φαίνεται ότι κάτι αμερικάνικοι οργανισμοί πολιτισμικο-πολιτικής διείσδυσης - όπως η USAID - έχουν κάνει πολλή δουλειά):
Ο «μέσος δυτικός άνθρωπος» όλο και πιο συχνά αισθάνεται ότι έχει γίνει μειοψηφία στην ίδια τη χώρα του. Πρόκειται για ένα σχεδόν ασυνείδητο και εκλογικευμένο από την ισχύουσα πολιτική ορθότητα, πολιτισμικά και πολιτικά απωθημένο συναίσθημα περιθωριοποίησης, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των δυσάρεστων ή ταπεινωτικών αναπαραστάσεων του συλλογικού ιστορικού εαυτού. Πρόκειται επίσης για έναν εφιάλτη που βιώνεται καθημερινά από «άυπνους» αυτόχθονες, «μέσους» δυτικούς πολίτες, που νιώθουν συχνά το «έδαφος να χάνεται» σχεδόν στην κυριολεξία κάτω από τα πόδια τους, μαζί με την αίσθηση του συγκεκριμένου, τις παραδόσεις, την κοινή λογική, τον στοιχειώδη έλεγχο των ανηλίκων του άμεσου κοινωνικού τους περιβάλλοντος, της περιουσίας τους (ιδιωτικής ή δημόσιας), της καθημερινής τους ασφάλειας ή της δυνατότητάς τους να προγραμματίζουν το μέλλον τους με κάποια σιγουριά. Οι άνθρωποι αυτοί, προκειμένου ωστόσο να μην στιγματιστούν ως «αμόρφωτοι», πολιτικά και πολιτισμικά καθυστερημένοι, «ακροδεξιοί» κλπ., συμμορφώθηκαν ως τώρα όπως μπορούσαν με τις πολιτικά ορθές υποδείξεις του καθεστώτος. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον, είχαν εσωτερικεύσει τον αφόρητο πόνο και τη δυσφορία τους, σε σημείο μάλιστα που ο «προοδευτικός τους καλός εαυτός» να αρνείται ακόμα και την ύπαρξη παρόμοιων δυσάρεστων και «σκοτεινών» συναισθημάτων. Με ένα κάποιο μηχανισμό επιλεκτικής αμνησίας, χαρακτηριστικό του γενιτσαρισμού, έμαθαν να αντιστρέφουν ριζοσπαστικά την πραγματικότητα, ώστε να ελιτοποιούνται φαντασιακά και ιδεολογικά, κατΆ εικόνα και ομοίωση των προβεβλημένων προτύπων σκέψης και συμπεριφοράς. Πέραν της αυτο-συντήρησής τους, αποδέχτηκαν λόγου χάρη ως δείγμα ιδεολογικής προόδου τους, το πολιτισμικό και πολιτικό αντι- ρωσικό μένος, που ενέχει προφανώς τον κίνδυνο ενός νέου παγκοσμίου πολέμου μεταξύ τής νατοϊκής δύσης και της ευρασιατικής ανατολής. Για αρκετές δεκαετίες ταύτισαν την σχιζοφρενική οικειοφοβία με τον δήθεν αντι- ρατσισμό. Ζήτησαν από τους πανοπτικούς μηχανισμούς επιτήρησης του υπό παγκοσμιοποίηση, πολιτισμικά «ουδέτερου» δήθεν κράτους, να τους προστατεύσουν από την ανομία και το χάος των εξατομικευμένων «ανοικτών κοινωνιών», γνωρίζοντας προφανώς ότι οι άνθρωποι που σε προστατεύουν ψυχρά, συμβατικά, χωρίς συναισθηματικές επενδύσεις, «αγάπες» και οικειότητες, απαιτούν ως αντάλλαγμα την υποταγή σου για την θεσμική προστασία που σου παρέχουν….
Όταν τα πράγματα, με την έξαρση των ανισοτήτων και τα παραληρήματα της «ατζέντας woke» έφτασαν στο σημερινό απροχώρητο, άρχισαν ωστόσο να εκδηλώνονται σε όλο πάνω κάτω το δυτικό κόσμο, ορισμένες «αντανακλαστικές» κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις. Πώς άραγε όμως θα εκφραστεί κάποια στιγμή η ορμητική «επιστροφή του απωθημένου» στις συλλογικές δυτικο-ευρωπαϊκές συνειδήσεις; Είναι άραγε ο «τραμπισμός» μια προσωρινή παράβαση της ισχύουσας πολιτικής ορθότητας, μια παρένθεση, τρόπον τινά ένα «ιουλιανό διάλειμμα», ή αντίθετα ένας εθνοκεντρικός μετριασμός του ακραίου φιλελεύθερου ριζοσπαστισμού που οργανώνει παγκοσμίως την μετάβαση στον μετανθρωπισμό και την τεχνοφεουδαρχία; Πρόκειται για ερωτήματα που προς το παρόν, είναι δύσκολο να απαντηθούν.
Γιάννης Παπαμιχαήλ
Δημοσιεύθηκε: Πεμ Φεβ 06, 2025 12:48 pm
Θέμα δημοσίευσης: Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος 4ο)
Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός
(Μέρος4ο)
ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ
Του Γιάννη Παπαμιχαήλ
Πέραν της συζήτησης περί του «βαθέως κράτους» στην Αμερική και σε όλο το δυτικό κόσμο, (ποιες θεσμικές και εξωθεσμικές μορφές έχει, ποιες κοινωνικές δυνάμεις και συμφέροντα το ελέγχουν, ποιοι οι κεντρικοί του προσανατολισμοί ως προς τη διαχείριση των ροών κεφαλαίου και ανθρώπινου δυναμικού κλπ.), το πρόβλημα με την εκλογική επικράτηση των φιλελεύθερων λαϊκιστών τόσο στις ΗΠΑ, όσο και σε χώρες όπως η Ιταλία, ή σε λίγο η Γερμανία και η Γαλλία, δεν είναι πια τόσο οι κίνδυνοι της επιστροφής σε εθνικιστικούς και «παλαιο φασίζοντες» ολοκληρωτισμούς. Είναι η δυσκολία του φιλελεύθερα σκεπτόμενου συντηρητισμού και του εθνοκεντρικού-κρατοκεντρικού λαϊκισμού του, να δώσουν ένα νέο ιδεολογικό κοινωνιο- πολιτικό περιεχόμενο στην όλο και πιο έντονη, περιρρέουσα κοινωνική δυσφορία και λαϊκή οργή. Με άλλα λόγια, κάποιο νέο πολιτικό νόημα στην γενικευμένη κοινωνική ανησυχία που κατά καιρούς, εκτονώνεται με βίαιες αντιδράσεις έναντι της απειλητικής κοινωνικής αποσύνθεσης, χωρίς να έχει κάποιο σαφή πολιτικό στόχο. Που συχνά εκφράζεται με «αλλεργικές» επιδερμικές αντιδράσεις και πολιτικές εκδηλώσεις πολιτισμικού «ταλιμπανισμού», οι οποίες, όσο και αν είναι κατανοητές, δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τις οικείες παραδόσεις του νεότερου δυτικού κόσμου (συνήθως οι νεότερες δυτικές κοινωνίες, για να στιγματίσουν τις βλάσφημες υπερβολές, ήταν πιο πρόθυμες να προσφύγουν σε σαρκασμούς και ειρωνείες παρά σε θρησκόληπτα αναθέματα).
Τέτοιες κοινωνικές αντιδράσεις ωστόσο εύκολα, ίσως κάποτε και δικαίως, ταξινομούνται από τους καθεστωτικούς προπαγανδιστές που παριστάνουν τους διαφωτισμένους «αντι- σκοταδιστές», κοντά στα γνωστά σκιάχτρα της παραδοσιακής ακροδεξιάς. Με άλλα λόγια, οι αντανακλαστικά βίαιες αντιδράσεις της δυτικής κοινής γνώμης έναντι της απειλής της επερχόμενης κοινωνικής αποσύνθεσης είναι, θα λέγαμε, «βούτυρο στο ψωμί» του καθεστωτικού αντιλαϊκισμού. Τροφοδοτούν την πολιτική θεολογία του δικαιωματισμού και της «χειραφέτησης από τα στερεότυπα και τις εχθροπάθειες του ιστορικού παρελθόντος». Προσφέρουν τρόπον τινά τα «κακά παραδείγματα» που χρειάζεται το καθημερινό κατηχητικό της καθεστωτικής πολιτικής ορθότητας. Διευκολύνουν τους εγκάθετους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, όταν στα σχολεία και στα διάφορα «πρωινάδικα», πλασάρουν σε αυτή την υπό μόνιμη διαμόρφωση, κοινή γνώμη, ως ριζοσπαστική μορφή «εκδημοκρατισμού», το νεοταξίτικο αξιακό σύστημα της απεριόριστης ανεκτικότητας, της αντι-συνεκτικής «διαφορετικότητας» και της «παγκόσμιας συμπερίληψης».
Σε πείσμα λοιπόν του ιδεολογικά εθνικόφρονος, φιλελεύθερου ρεύματος που ενισχύει λίγο-πολύ παντού τον «αντι-γκλομπαλιστικό συντηρητισμό», είναι ίσως απαραίτητο να υπενθυμίσουμε ότι είναι ο ίδιος ο φιλελεύθερος καπιταλισμός που, λειτουργώντας αποκλειστικά με όρους ατομικών συμφερόντων, αναπόφευκτα αναπαράγει ανισότητες πολιτικά ανυπόφορες, οι οποίες φθείρουν ακατάπαυστα τον κοινωνικό ιστό. Ότι είναι οι φιλελεύθερες ιδεολογίες που τείνουν να παραγνωρίζουν σχεδόν ως ανύπαρκτη την συλλογική διάσταση της πολιτικής ελευθερίας. Είναι εκείνες που αποδέχονται ως μοιραία τη διάλυση των επιμέρους παραδόσεων και πολιτισμών, την εξατομίκευση των κοινωνιών, την υποταγή τους στις προτεραιότητες του ιδιωτικού κέρδους στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς.
Οι πιο συντηρητικοί κύκλοι του φιλελεύθερου χώρου, ιδίως εκείνοι οι εθνοκεντρικοί, που στην γραμμική πολιτική «γεωμετρία» αυτοτοποθετούνται πρόθυμα «δεξιότερα της δεξιάς», (ενώ στην πολιτική πραγματικότητα, έστω άθελά τους, στις σημερινές τουλάχιστον συγκυρίες, είναι πιθανό ότι κινούνται μάλλον «αριστερότερα» από αυτήν), δεν εννοούν με άλλα λόγια να κατανοήσουν ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός στον οποίο πιστεύουν οδηγεί αναπότρεπτα στον πολιτισμικό και εθιμικό φιλελευθερισμό, που οι συντηρητικοί αυτοί δηλώνουν ότι απεχθάνονται: και οι δύο θεμελιώνονται πάνω στο ίδιο ιδεολογικό και ανθρωπολογικό υπόβαθρο. Πάνω στις ίδιες πραγματιστικές αξίες της αέναης προόδου. Πάνω στα ίδια μοντέλα κοινωνικής αντι- συνεκτικότητας. Πάνω στον ίδιο μεθοδολογικό ατομισμό. Ορισμένοι φιλελεύθεροι συντηρητικοί επικαλούνται μια κάποια πατριωτική αστική τάξη του πρόσφατου ιστορικού παρελθόντος, (επιβιώματα της οποίας υπάρχουν διάσπαρτα και στο σημερινό διεθνοποιημένο δυτικό κοινωνιο -οικονομικό τοπίο), χωρίς όμως να βλέπουν ότι συνολικά, πέραν των ιστορικών περιόδων της κυριαρχίας τους στο επίπεδο των εθνικών αγορών και των συνόρων τους, οι αστικές κοινωνικές τάξεις και ο ίδιος ο καπιταλισμός ως σύστημα κοινωνικών σχέσεων, δεν μπορούν να υπάρξουν για να διατηρηθούν, παρά επεκτατικά, ενδεχομένως ιμπεριαλιστικά, καινοτομώντας διαρκώς, δηλαδή όχι συντηρητικά, αλλά ριζοσπαστικά, με την επέκταση των ανταγωνισμών και του εμπορεύματος σε όλες τις σφαίρες της ζωής, σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου.
Από την άλλη και παράλληλα με τον φιλελεύθερο λαϊκισμό, έστω στο επίπεδο του δυτικού εκλογικού σώματος, ένα πολυπληθές κοινό από εύπιστους «προοδευτικούς ριζοσπάστες», ιδεολογικούς αντιπάλους κάθε συντηρητισμού, παρέχεται μαζικά στο σύστημα του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, από την αξιοθρήνητη κι αντιπατριωτική σημερινή «δημοκρατική» , μετα-σταλινική «αριστερά».
Όμως, λόγω ακριβώς του ελευθεριάζοντος σχεδόν ριζοσπαστισμού του, το προσχηματικά ελιτοποιημένο τμήμα αυτής της πληθυσμιακής μάζας των «πολιτών- του -κόσμου», (όχι πλέον θρησκόληπτο ή αγράμματο όπως στο παρελθόν, αλλά σπουδαγμένο, διπλωματούχο, «άθεο», κοινωνικά διακεκριμένο κλπ.), δηλαδή η κοινωνική κορυφή του μετανεωτερίζοντος ιδεολογικού «προοδευτισμού» που κοινοβουλευτικά εκπροσωπείται από τοπικούς πολιτικούς διαχειριστές όπως ο Μακρόν, ο Στάρμερ ή η Καμάλα Χάρις (και που προφανώς «ψοφάει» για «ανοικτές» και χωρίς σύνορα, ανομοιογενείς πολιτισμικά κοινωνίες «ίσων και απαρεγκλίτως διαφορετικών πολιτών», ταυτοτικές μειονότητες, μονομερώς οικειόφοβους ρατσισμούς που συνήθως αποκαλούνται «αντι-ρατσισμός» και νομικά «ατομικά δικαιώματα»), αποτελεί για τους φιλελεύθερους συντηρητικούς κρατικιστές, τους δεξιόστροφους εθνοκεντρικούς λαϊκιστές, κάτι σαν «αριστερό εξτρεμισμό», σαν «πολιτισμικό μαρξισμό», σαν νέο «μαρξιστικό κίνδυνο», ή «μετα-κομμουνιστικό» αντίπαλο δέος.
Έτσι, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί λαϊκιστές, με την ιστορικά ξεπερασμένη αντικομμουνιστική ρητορική τους, φτάνουν σε προφανώς παράλογα και αδιέξοδα συμπεράσματα. Θεωρούν λόγου χάρη ότι ο σημερινός δυτικός κόσμος καθοδηγείται συνήθως από «νεομαρξιστές», ή, στα καθΆ ημάς, ότι, όχι μόνο ο Σύριζα και το Πασόκ, αλλά και η ΝΔ είναι μία «αριστερή» πολιτική παράταξη, με εξίσου «αριστερή» ιδεολογία. Λες και δεν είναι ο φιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός, αλλά ο «μαρξισμός», καλός ή κακός, παλαιός ή νέος, ή ο «σοσιαλισμός» (ποιος από όλους άραγε;) που περιγράφουν την ισχύουσα και επικυρίαρχη κοινωνική, πολιτική και οικονομική παγκόσμια πραγματικότητα. Που είναι δηλαδή συμβατές ως θεωρίες και ως πρακτικές, είτε οικονομικές, είτε κοινωνιο- πολιτικές, με την σημερινή επέκταση και τη διεθνοποίηση των αγορών, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των πάντων, την όξυνση των ανισοτήτων, του καταναλωτισμού και των ιδιωτικών ανταγωνισμών στη σφαίρα ιδίως της διανομής του πλούτου, τη διόγκωση της κερδοφορίας και του πλουτισμού μέσω της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, την εξατομίκευση των πολιτών. Λες και δεν είναι οι πασίγνωστοι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι και στοχαστές, αλλά οι διάφοροι, καλοί ή κακοί, μαρξίζοντες αναλυτές ,που επέκτειναν το κλασικό φιλελεύθερο σκεπτικό μέχρι το «αδιέξοδο Ανταμ Σμιθ» σύμφωνα με την εύστοχη έκφραση του Ζ.Κ. Μισεά. Που προκρίνουν συνεπώς την πλήρη χειραφέτηση της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς από την πολιτική σφαίρα ή την οικονομική χειραγώγηση και την πολιτική καθυπόταξη των εθνικών κρατών μέσω της διεθνοποιημένης ιδιωτικής εκμετάλλευσης του διογκωμένου δημοσίου χρέους τους.
Η ιδεολογική προσήλωση των φιλελεύθερων συντηρητικών στον φιλελευθερισμό, τους εμποδίζει όμως να αναγνωρίσουν στον καθρέφτη της ιστορίας των τελευταίων δεκαετιών, τα πολιτισμικώς αντι- συνεκτικά και αποεθνοποιημένα κοινωνικά σύνολα πού οι ίδιοι επίμονα κατακρίνουν, ως δημοκρατικά ευαίσθητοι και συντηρητικοί πολίτες. Στα αποδυναμωμένα εθνικά κράτη , στις πολιτικές επικράτειες που φαίνονται σαν πολιτικώς και ιδεολογικώς χειραφετημένες από τις εθνικές συνειδήσεις του ιστορικά νεότερου δυτικού κόσμου, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί δεν βλέπουν καθόλου τα απογυμνωμένα από κοινωνική ιστορία και πολιτικές παραδόσεις, είδωλα της ίδιας της δικιάς τους φιλελεύθερης κοσμοθεωρίας. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί δεν θέλουν (ή δεν μπορούν λόγω ιδεολογικού στραβισμού, ή κάποτε και πολιτικής μυωπίας), να αντιληφθούν ότι ο λεγόμενος γκλομπαλισμός, καθώς και οι πολύμορφες μετανεωτερικές και μετα- δημοκρατικές αποδομήσεις που οι ίδιοι ως συντηρητικοί απεχθάνονται, αποτελούν ιστορικά τις ριζοσπαστικές προεκτάσεις του φιλελεύθερου προοδευτισμού, που εδώ και μισό αιώνα απορρόφησε τις συνθηματολογίες των διαφόρων «Μάηδων 68», μαζί με όλα τα ιδεολογικά και θεωρητικά υποπροϊόντα περί κοινωνίας και πολιτισμού της εκφυλισμένης πολιτικά και θεωρητικά, κοσμοπολίτικης «αριστεράς». Με αυτή τους τη μυωπία, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί συμβάλλουν λοιπόν άθελά τους στο γνωστικό και πολιτικό χάος που χαρακτηρίζει τη μετανεωτερικότητα και τους αποδομισμούς της.
Στην πραγματικότητα ωστόσο, η εθνομηδενιστική και κοσμοπολίτικη αριστερά του δικαιωματισμού και της «διαφορετικότητας» στην οποία δικαίως αναφέρεται απαξιωτικά ο φιλελεύθερος συντηρητικός λαϊκισμός, έχει τόση σχέση φιλοσοφικά τουλάχιστον, με τον μαρξισμό, πρακτικά με τον σοσιαλισμό, ηθικά και πολιτισμικά με την παραδοσιακή «λαϊκή» αριστερά, όση ο Ζαμπέτας με τον… Κομφούκιο. Χωρίς πλέον τις παραδοσιακές αναφορές στις κοινωνικές αντιπαλότητες ή στην ταξική πάλη, η έστω, στον οραματικό πολιτικό στόχο της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τον λαό στον οποίο εντάσσεται η τάξη αυτή, ο δυναμισμός αυτής της γραφειοκρατικής και μικροαστικής «μετα-σταλινικής αριστεράς» εκτονώθηκε προς το πολιτικά του αντίθετο, δηλαδή προς την αποδοχή από τις δυτικές πληβειακές μάζες, της πολιτικής θρησκείας του νομικού δικαιωματισμού, που ιδεολογικά και κοσμοθεωρητικά, τις εξατομίκευε και τις κατακερμάτιζε, καθιστώντας τες «κοινωνιο-ιδεολογικά ερείπια», πολιτικώς ηττημένα συλλογικά υποκείμενα «του ιστορικού παρελθόντος». Κατά συνέπεια, οι νέες «αριστερές» δυτικές χρηστοήθειες κινήθηκαν ιδεολογικά προς την καλλιέργεια του δικαιωματισμού και της αντι- συνεκτικής, ταυτοτικής «διαφορετικότητας» με την οποία βαυκαλίζεται από νηπιακής ηλικίας ο κάθε σημερινός «εγγράμματος και πληροφορημένος» δυτικός «κοσμοπολίτης». Ο κάθε ταλαίπωρος, αλλά ναρκισσευόμενος, εν δυνάμει κοινωνικά «διακεκριμένος» μέσα από τις διάφορες, λαιφσταιλάτες «διαφορετικότητές» του, «προοδευτικός» μικροαστός.
Παράλληλα, οι όποιοι μαρξιστογενείς διανοούμενοι εκφράζουν με τη ρητορική τους, αυτή την ριζοσπαστική «αριστερά» των ατομικών νομικών δικαιωμάτων του «καθενός» στην καταναλωτική ευημερία, στην «ισότητα των ευκαιριών», στην ψυχο-πολιτική, φαντασιακή έστω «εξίσωση των συνθηκών» κοινωνικής διάκρισης και αυτοπραγμάτωσης στο αέναο, αγοραίο παρόν, φροντίζουν πάντα να αποσιωπούν την αναγκαστική σχέση της πραγματικής «ταξικής πάλης» με ένα ιστορικά συγκεκριμένο έδαφος διεξαγωγής των συλλογικών κοινωνικών αγώνων. Ένα έδαφος δηλαδή επί του οποίου καθίστανται εφικτές και οι απαραίτητες κοινωνικές συμμαχίες της «εργατικής τάξης» ή πιο γενικά, των εργαζομένων, των ανέργων, των α-έργων, των ημι-απασχολούμενων κλπ., με άλλα λαϊκά κοινωνικά στρώματα της ίδιας πολιτικής και πολιτισμικής κοινότητας. Ο αναρχο- φιλελεύθερος ριζοσπαστισμός αυτών των δήθεν ή πρώην αριστερών, τους απαγορεύει άλλωστε να θυμηθούν ό τι, όπως το είχε διαισθανθεί ο ουτοπιστής Βάλτερ Μπένζαμιν, το φρένο στην απότομη κατηφόρα προς τον γκρεμό- ενδεχομένως και η «όπισθεν», είναι ένα αντανακλαστικό επιβίωσης. Πως σε ιστορικές περιόδους αναδίπλωσης των αγώνων για την ελευθερία ή την πολιτική και κοινωνική ισότητα όπως η σημερινή, δηλαδή σε εποχές εξατομίκευσης των κοινωνιών, μειονοτοποιήσεων και ταυτοτικής αποσύνθεσης των συλλογικών υποκειμένων, η διατήρηση στη ζωή των συλλογικών ιστορικών συνειδήσεων, έστω στο στοιχειώδες επίπεδο του πατριωτισμού και της κοινής λογικής, καθώς και η συντήρηση των οποίων ιστορικών κεκτημένων, υλικών ή συμβολικών, είναι ήδη μια επαναστατική πράξη.
Γιάννης Παπαμιχαήλ
Δημοσιεύθηκε: Πεμ Φεβ 06, 2025 11:38 am
Θέμα δημοσίευσης: Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος3ο)
Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός
(Μέρος3ο)
Του Γιάννη Παπαμιχαήλ
Ο «χαιρετισμός» της νέας εξουσίας
Φαίνεται ότι με την εκλογή και την ορκωμοσία του Τραμπ, ο νεοταξίτικος δυτικός κόσμος, εκείνος ακριβώς που εδώ και δεκαετίες χρηματοδοτεί ο Σόρος με τις ΜΚΟ και τις «ανοικτές κοινωνίες» του, απέκτησε κάποιες νέες «αντιιμπεριαλιστικές» ευαισθησίες και συγκινητικές «δημοκρατικές αντιστάσεις». Η επάνοδος στο διεθνές πολιτικό προσκήνιο του παραδοσιακού αμερικανού καουμπόι και σερίφη, το δίδυμο δηλαδή Tραμπ – Μασκ, τρομοκρατεί με τον σκληρό κυνισμό του τους ευρωπαίους και καναδούς «προοδευτικούς αναλυτές». Λες και τα γεωπολιτικά σύνορα ήταν ανέκαθεν δεδομένα και απαραβίαστα. Λες και δεν υπάρχουν αναρίθμητες πολιτικές και στρατιωτικές παρεμβάσεις των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, συνήθως μάλιστα με πρωτοβουλία των δημοκρατικών κυβερνήσεων. Λες και η Αλάσκα, η 49η αμερικανική πολιτεία, δεν αγοράστηκε από τους Αμερικανούς όταν πουλήθηκε στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα από την τσαρική Ρωσία. Λες και για πρώτη φορά ακούγεται το θέμα της Γροιλανδίας για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους σχετικούς με τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Λες και το θέμα της προσάρτησης του Καναδά στις ΗΠΑ, με ή χωρίς το γαλλόφωνο τμήμα του που τόσο απασχόλησε κάποτε τον Ντε Γκωλ, ακούστηκε για πρώτη φορά. Λες και δεν έγινε αιματηρή αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στον Παναμά το 2009, ούτε φυλακίστηκε ποτέ ο Νοριέγκα. Λες και η μετονομασία του κόλπου του Μεξικού είναι κάτι πρωτάκουστο, καθώς και η πιθανή μελλοντική παράκαμψη της διώρυγας του Παναμά από ένα νέο «μεξικανικό» πέρασμα από τον ένα ωκεανό στον άλλο.
Βέβαια, ήταν και ο χαιρετισμός του Μάσκ στο πλήθος: αν και «έμοιαζε» σαν δύο σταγόνες νερού με άλλους, παλαιότερους όπως της Κλίντον ή του Ομπάμα, ειδικά σε αυτή την περίσταση, ταυτίστηκε όχι με την αυτοκρατορική σημειολογία της νέας «αμερικανικής Ρώμης» που ο Τράμπ υποσχέθηκε στους οπαδούς του, αλλά με τον γνωστό ναζιστικό χαιρετισμό. Τα δημοσιογραφικά τσιράκια της φιλελεύθερης γκλομπαλιστικής προπαγάνδας έχουν ήδη πιάσει δουλειά, παρέα προφανώς με πολλούς άλλους, γνωστούς η άγνωστους, «προοδευτικούς πολιτικούς στοχαστές»...
Να θυμίσουμε λοιπόν παρεμπιπτόντως, πως η «προοδευτική» μετασταλινική, διεθνής αριστερά του δικαιωματισμού, δεν πρόσεξε, ούτε κατανόησε πόσο γρήγορα μετά το ΅80 και την κατάρρευση των σταλινικών «πατρίδων του σοσιαλισμού», τα παραδοσιακά προπαγανδιστικά εργαλεία του αντικομμουνισμού παραχώρησαν τη θέση τους σε εκείνα του αντιφασισμού. Πόσο εύκολα το παραδοσιακό σκιάχτρο του κομμουνισμού αντικαταστάθηκε στην καθεστωτική ρητορική από εκείνο της ακροδεξιάς. Πράγματι, για τον διεθνοποιημένο, ριζοσπαστικά εκσυγχρονισμένο καπιταλισμό και τα φιλελεύθερα δυτικά καθεστώτα, ο ιδεολογικός αγώνας κατά του λαϊκού συντηρητισμού απέκτησε πλέον μια αναμφισβήτητη πολιτική προτεραιότητα. Πέρασαν βέβαια 40 σχεδόν χρόνια από τη λήξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, μέχρι ο καθεστωτικός δυτικός «αντι-ολοκληρωτισμός» να ντυθεί «αντιφασισμός»- και προς μεγάλη ικανοποίηση των ανόητων που ένιωσαν δικαιωμένοι από τις ιδεολογικές εξελίξεις, να πάρει «ξαφνικά» τη θέση της μέχρι τότε πολιτικά ορθής αντικομμουνιστικής υστερίας, η οποία χαρακτήριζε την φιλελεύθερη προπαγάνδα καθΆ όλη τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Ο στιγματισμός του λαϊκισμού, η ιδεολογική του ταξινόμηση ασυζητητί στην ακροδεξιά, η ταύτιση του πατριωτισμού με τον εθνικισμό και το ρατσισμό, η ρητορική του αντιφασιστικού δήθεν μίσους, βρέθηκε λοιπόν στην ημερήσια διάταξη εκ των υστέρων, στη θέση ακριβώς που λίγο πριν κατείχε επισήμως η ρητορική του καθεστωτικού μίσους του «ελεύθερου δυτικού κόσμου», όχι τόσο κατά της ακροδεξιάς, όσο κατά των τότε καθεστώτων του «σιδερένιου παραπετάσματος»...
Μέσα στο διάχυτο ιδεολογικό κλίμα του ειρηνισμού, της διεθνοποιημένης καπιταλιστικής αγοράς που από το «τέλος της ιστορίας» απαξίωνε ως απαράδεκτες πλέον όλες τις ιστορικές συλλογικές ταυτότητες, καθώς και τις διομαδικές συγκρούσεις μαζί με τα πολιτικά πάθη του παρελθόντος, η «προοδευτική αριστερά» έγινε η βασική ηθικοπολιτισμική και πολιτική χρηστοήθεια του παγκοσμιοποιητικού «ακραίου κέντρου», δηλαδή του φιλελεύθερου γκλομπαλισμού. Εξιδανίκευσε τα νομικά ατομικά δικαιώματα «του καθενός». Λησμόνησε τις ταξικές αντιπαραθέσεις, τις διομαδικές εστίες συλλογικής πάλης στα πεδία της οικονομίας, της πολιτικής, του πολιτισμού ή της ιδεολογίας. Παράλληλα, διέγραψε από το σκεπτικό της κάθε ιδέα ιστορικής αντιπαράθεσης μεταξύ διακριτών συλλογικών υποκειμένων. Τα έστω πολιτικώς αδέξια συντηρητικά λαϊκά αντανακλαστικά απέναντι στους επιδέξιους καθεστωτικούς ριζοσπαστισμούς, δεν αξιολογήθηκαν καθόλου θετικά, αλλά μόνον αρνητικά. Με άλλα λόγια, οι αντιστάσεις των δυτικών κοινωνιών στην κοινωνική τους αποσύνθεση και στην απειλή του κατακερματισμού τους αναλύθηκαν μόνο ιδεολογικά, σαν αντιδραστικές εκδηλώσεις ενός «ιστορικά ξεπερασμένου κόσμου» και όχι με δυναμικούς κοινωνιοπολιτικούς όρους.
Οι ιστορικές εστίες διομαδικής κοινωνικής πάλης και οι συγκρούσεις μεταξύ συλλογικών υποκειμένων, εθνικών ή ταξικών, στο πεδίο του πολιτισμού, της ιστορίας και της ιδεολογίας για τη διατήρηση ιστορικών κεκτημένων που εκτείνονται από το κοινωνικό κράτος μέχρι την κοινή λογική, εγκαταλείφθηκαν. Στη θέση του τρίπτυχου «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα» του γαλλικού 1789, το μετανεωτερικό τρίπτυχο «ποικιλομορφία, ισονομία, συμπερίληψη», ως συνθηματολογία προοδευτικής και αριστερής υποτίθεται έμπνευσης, οργάνωσε στις νοοτροπίες του νεότερου δυτικού κόσμου μια πραγματικά αντιλαϊκή, πολιτική και πολιτισμική αντεπανάσταση. Η μαζική δυτική δημοκρατία αποσάθρωσε τις υπάρχουσες κονωνιο-πολιτικά συνεκτικές, παραδοσιακές δομές και μετέφερε τον πολιτικό τους δυναμισμό, τη νομική εξουσία και το κύρος τους στις διάφορες μειονοτικές ομάδες.
Μαζί συνεπώς με το αόρατο, πανταχού παρόν, βαθύ κράτος, (οι αμερικανικές συνιστώσες του οποίου δικαίως απασχολούν τον νέο πλανητάρχη), οικοδομήθηκε σταδιακά ένα άτυπο, μαζικοδημοκρατικό, ολοκληρωμένο κράτος (Total State, σύμφωνα με την έκφραση του Ayron MacIntyre), που σφήνωσε τις λειτουργίες του σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης. Mε άλλα λόγια, ένα oργουελιανού τύπου δυτικό «εν δυνάμει κράτος» που ψυχοπολιτικά χειρίστηκε τα πάντα (εκπαίδευση, δικαιοσύνη, ενημέρωση, αθλητισμό, έρευνα, πολιτισμό, ήθη και έθιμα κλπ.). Χειραγώγησε ανάλογα τους ιδιώτες πολίτες του έτσι ώστε, υπό το πρίσμα της πολιτισμικής και πολιτικής αντισυνεκτικότητας (εξατομίκευσης και μειονοτοποίησης) των επιμέρους κοινωνιών, να ενισχύσει και να διευρύνει την εξουσία του. Στα κοινωνικά δίκτυα, όπου διαμορφώνεται η πολυφωνική κοινή γνώμη, η παγκόσμια συστηματική λογοκρισία κάθε αιρετικής άποψης από τους έμμισθους ή άμισθους πρακτορίσκους της πολιτικής ορθότητας για οτιδήποτε αντιβαίνει το αξιακό σύστημα του δικαιωματισμού, του ειρηνισμού, του ψευδεπίγραφου ανθρωπισμού που υποστηρίζει τον πολλαπλασιασμό των μεταναστευτικών ροών και την αντικατάσταση των ιστορικών δυτικών λαών από μετανάστες πάσης προέλευσης και κουλτούρας, έλαβε χώρα, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο Ζούκεμπεργκ, με σαφείς οδηγίες από το βαθύ κράτος των ΗΠΑ. Το ίδιο όσον αφορά ζητήματα σχετικά με την ανερμάτιστη και καταστροφική οικολογία της «πράσινης ενέργειας», της «κλιματικής αλλαγής» ή της μεταβολής των διατροφικών συνηθειών που κατατείνει στην οριστική κατάργηση της ελεύθερης κτηνοτροφίας και στη σταδιακή αντικατάσταση των κοπαδιών των αγελάδων που πέρδονται ασυστόλως από πρωτεϊνούχα έντομα πάσης φύσεως. …
Αντιπαράδειγμα τέτοιου ολοκληρωμένου κράτους, δηλαδή καθεστώτος αναφανδόν αυταρχικού, χωρίς όμως νομικούς δικαιωματισμούς και μαζικοδημοκρατικές συνιστώσες, διοικούμενο αποκλειστικά σύμφωνα με την αυτοκρατορική του ιστορική παράδοση, από (κομματικούς σήμερα) μανδαρίνους, είναι βέβαια η Κίνα. Από την μελλοντική σύγκλιση των δύο αλληλοσυμπληρωματικών μοντέλων διακυβέρνησης (τηλεγραφικά: ΗΠΑ, Κίνας) θα εξαρτηθεί, όπως φαίνεται, το μάλλον εφιαλτικό μετα-ανθρώπινο πολιτικό κοινωνικό και πολιτισμικό μέλλον όλου του κόσμου.
Μπορεί λοιπόν άραγε να ελπίζει κανείς ότι ο συγκρουσιακός προσανατολισμός του τραμπισμού εξωτερικά ως προς την Κίνα, εσωτερικά ως προς τον δικαιωματισμό και τις αξιώσεις αναγνώρισης των πάσης φύσεως μειονοτήτων, θα καθυστερήσει ή ενδεχομένως θα αναστείλει επΆ αόριστον τις ιστορικές διαδικασίες της παραπάνω σύγκλισης των τεχνοφεουδαρχικών ολοκληρωτισμών; Ότι, έστω προσωρινά, οι μικρότεροι συλλογικοί παίκτες (έθνη - κράτη και μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες), θα έχουν με τον νέο «πλανητάρχη» λίγο περισσότερο αέρα να αναπνεύσουν; ¶γνωστο!
Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι το δίδυμο Τραμπ - Μασκ έχει την δύναμη και την θέληση, το φιλελεύθερο γκλομπαλιστικό Τotal State είναι ήδη πανίσχυρο και καλά οργανωμένο: είναι διάσπαρτο στην ενημέρωση, την εκπαίδευση όλων των βαθμίδων. Έχει ήδη φωλιάσει στις νοοτροπίες, στις χρηστοήθειες, στο ριζικά «αντισπαρτιατικό» ιδεώδες, στο λάιφ στάιλ όλων των εξατομικευμένων ταλαίπωρων δικαιωματούχων πληβείων καταναλωτών του δυτικού κόσμου που επιθυμούν διακαώς να φαίνονται διαφορετικοί από τους πλησίον τους, ούτως ώστε έστω κατά φαντασίαν, να διακρίνονται από το πλήθος των ομοίων τους, ομοίως «διαφορετικών»...
¶λλωστε, όπως έλεγε ο Μακιαβέλι, η εγκατάσταση και η εγκαθίδρυση μιας νέας τάξης είναι δύσκολη για τους πρίγκιπες. Τόσο δύσκολη όσο και η επαναφορά μιας προηγούμενης τάξης…
Γιάννης Παπαμιχαήλ
Δημοσιεύθηκε: Τετ Φεβ 05, 2025 6:33 pm
Θέμα δημοσίευσης: Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος1ο)
Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος2ο)
Κοινωνιοπολιτικές αντιστάσεις στο «κακό που μας βρήκε»
Του Γιάννη Παπαμιχαήλ
Θα ήταν μάλλον αφελές να πιστέψει κανείς ότι με την εκλογή του Τραμπ από τις αμερικανικές λαϊκές μάζες, το παιχνίδι της υποτίμησής τους και της χειραγώγησής τους από τις «ελίτ» σαν συντηρητικός, ετερόκλητος όχλος, τείνει σύντομα να τελειώσει. Και αυτό, όχι βέβαια διότι ως πολιτικός ηγέτης ο Τραμπ είναι ένας πλούσιος επιχειρηματίας περιστοιχιζόμενος από άλλους ακόμα πλουσιότερους (τίποτα το περίεργο σε καθεστώτα όπου η πολιτική ισχύς συνυφαίνεται τόσο στενά με την οικονομική). Ούτε διότι ως γνήσιος εσωστρεφής ρεπουμπλικάνος, θα κοιτάξει κυρίως την χώρα του, έστω με σκληρά μέτρα οικονομικού προστατευτισμού και θα αποφύγει «όσο γίνεται» τους πολέμους. Ακόμα και αν πραγματικά το επιθυμεί, (αν όντως υποθέσουμε ότι το επιθυμεί), οι πολύμορφες οικονομικές και πολιτικές εξαρτήσεις του σύνθετου σημερινού κόσμου καθιστούν πολλές τέτοιες επιδιώξεις εν μέρει ανέφικτες.
Ωστόσο, στις σημερινές δυτικές κοινωνίες υπάρχουν πολλοί εύπιστοι. Αρκετοί από αυτούς έχουν ήδη υιοθετήσει (με πάθος ή όχι), τη νέα πολιτική θρησκεία του δικαιωματισμού ή ακόμα τις «κουλτούρες woke». Η εκλογή λίγο-πολύ παντού των διαφόρων συντηρητικών κυβερνήσεων δείχνει όμως ταυτόχρονα ότι, παρά την καταιγιστική πλύση εγκεφάλου που έχουν υποστεί οι δυτικές λαϊκές μάζες εδώ και δεκαετίες- και παρά την προπαγάνδα των συστημικών ΜΜΕ, οι λαοί, προσπαθώντας να αντισταθούν στη λεηλασία της ζωής και της λογικής τους, πιάνονται απΆ όπου μπορούν. Ακόμα και από τις υποσχέσεις των φιλελεύθερων λαϊκιστών. Σημασία όμως εν τέλει έχει ότι θέλουν ένας- ένας και όλοι μαζί, κάπως να αντισταθούν. Κάτι να κάνουν, να σταματήσει κάπως «αυτό το κακό». Πως «κάπως»; Έστω με την αλλαγή του ισχύοντος νομικού πλαισίου.
Ποιο ακριβώς «κακό»; Εκείνο που πλασάρεται και επιβάλλεται από το καθεστώς σαν νομοτελειακή προσαρμογή και ιστορική πρόοδος. Εντελώς ενδεικτικά και συνοπτικά, στο πολιτισμικό ιδίως επίπεδο:
• Η επιβολή του μηδενισμού, των αξιών και των προταγμάτων της αναρχο- φιλελεύθερης ατζέντας στους τρόπους κοινωνικής σκέψης και δημοκρατικής συμπεριφοράς.
• Η απεριόριστη ανεκτικότητα της ίδιας της σαστισμένης δυτικής κοινωνίας στη δικτατορία των κάθε είδους «δικαιωματούχων» μειοψηφιών επί της λαϊκής πλειοψηφικής βούλησης, στο όνομα μάλιστα της δημοκρατίας.
• Η επιβολή νέων απαράβατων κανόνων και στερεοτύπων πολιτικής ορθότητας στο όνομα του αντι- ολοκληρωτισμού.
• Η συστηματική παραποίηση της πραγματικότητας στο όνομα της ελευθερίας της γνώμης ή της πολιτικά ορθής φίμωσης κάθε κριτικής που προέρχεται από «αιρετικούς συνωμοσιολόγους».
• Η κατεδάφιση κάθε κανονικότητας, κάθε επιμέρους συνεκτικής ομοιότητας των ιστορικών κοινωνιών, άνευ των οποίων προφανώς δεν υπάρχουν ούτε εξαιρέσεις (εξαιρέσεις από τι;) στο όνομα των νομικών δικαιωμάτων της κάθε «διαφορετικότητας» να «εξαιρείται από τους κανόνες» και από τις καθιερωμένες από την παράδοση, πολιτισμικές, ηθικές η εθιμικές ομοιότητες.
• Η σχιζοφρενικά οικειόφοβη, πολιτικά ορθή ρητορική, στο όνομα της αντίθεσης στην εχθροπάθεια, στην ξενοφοβία ή στον ρατσισμό.
• Ο συμπεριληπτικός υπερ-ολοκληρωτισμός της οικονομικής και πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, στο όνομα ταυτόχρονα του αντι- ολοκληρωτισμού και της συμπερίληψης.
• Η υποστήριξη όλων των πολεμικών και εμφυλιοπολεμικών διχαστικών αντιπαραθέσεων στο όνομα του δικαίου και της ειρήνευσης.
• Η υποβάθμιση ταυτόχρονα του πατρικού ρόλου στο όνομα της αντι- πατριαρχίας και του μητρικού στο όνομα της νεοφεμινιστικής «χειραφέτησης από τα στερεότυπα του παρελθόντος».
• Η ηθική και νομική εκθεμελίωση της προστατευτικής και παιδαγωγικής λειτουργίας της παραδοσιακής οικογένειας.
• Η υποκατάσταση των έμφυλων ρόλων, προτύπων και φαντασιακών λειτουργιών της μητέρας και του πατέρα κάθε ανθρώπινου όντος, από τις άφυλες και συμβολικά απογυμνωμένες νομικές υποστάσεις του «γονέα ένα και δύο».
• Η ασυδοσία και ατιμωρησία που απολαμβάνουν τα πολύμορφα ανθρωπόμορφα σκουπίδια, οι διάφοροι «πολιτικώς ορθοί διανοούμενοι» με ριζοσπαστικά ελευθεριάζουσες χρηστοήθειες (εκπαιδευτικοί, ψυχολόγοι, δικηγόροι, γιατροί, δημοσιογράφοι, γονείς και κηδεμόνες που περιστρέφονται γύρω από τις λοατκι ιδεολογίες κλπ), να ακρωτηριάζουν ψυχικά και σωματικά ανήλικους στο όνομα της «επιδιόρθωσης» του αρχικού φύλου τους και της αντιμετώπισης της «δυσφορίας», που εδώ και λίγα χρόνια εγχαράσσεται μαζικά και επιβάλλεται συναισθηματικά στα παιδιά του δυτικού κόσμου από αυτές τις πολιτικά ορθές συμμορίες εγκληματιών και ηλιθίων, οι οποίοι «βοηθούν τα παιδιά να απαλλαχθούν από το φύλο που τους δόθηκε αυθαίρετα και εκ παραδρομής από τη φύση, χωρίς τα ίδια να το επιλέξουν ελεύθερα και συνειδητά, ως αυτεξούσιοι δικαιωματούχοι καταναλωτές»… Ως καταναλωτές δηλαδή που έμαθαν να πιστεύουν (ή να παριστάνουν ότι πιστεύουν), ότι το βιολογικό φύλο είναι απλώς μια «κοινωνική κατασκευή» η ένα ταυτοτικό προΐόν προς ιδιωτική κατανάλωση.
• Η μεθοδική καλλιέργεια του ατομικού ή μειονοτικού συμφέροντος στο όνομα του νομικού δικαιώματος «του καθενός» στην εδώ και τώρα καταναλωτική ευημερία.
• Η εξιδανίκευση της παραβατικότητας και η αποκαθήλωση των παραδοσιακών προτύπων του ήρωα η του αγίου- συνεπώς των υπερβατικών πρακτικών της ατομικής θυσίας για το καλό, την προκοπή ή την πολιτική ελευθερία του οικείου κοινωνικού συνόλου.
• Η απαξίωση του λαϊκού πατριωτισμού ως συντηρητικού κοινωνικού συναισθήματος του συν- ανήκειν σε κάποια γεωγραφικά και ιστορικά εντοπισμένη κοινότητα ανθρώπων και όχι απλώς στο οικουμενικό σύνολο της «ανθρωπότητας», νοούμενης πλέον ως συμπεριληπτικού, αν- ιστορικού συνόλου ομιλούντων διπόδων- όπως θα λέγαμε για την συμπερίληψη των γατών, σε μία παγκόσμια «γατότητα» και των σκύλων σε μία αντίστοιχη «σκυλότητα»…
Με ένα λόγο, «το κακό που μας βρήκε» και διοχετεύεται καθημερινά στις νοοτροπίες και στις πεποιθήσεις των ανθρώπων, από ένα συρφετό οικειόφοβων, δήθεν προοδευτικών καθεστωτικών υπαλλήλων, κατά δήλωση «αντιρατσιστών», που, προς μεγάλη ικανοποίηση του αγοραίου καθεστωτικού ριζοσπαστισμού, δηλώνουν τις «αριστερόστροφες δημοκρατικές ευαισθησίες τους» σε κάθε συ-ζήτηση, ενώ στην πραγματικότητα δεν εκφράζουν παρά τις μετανεωτερικές κοσμοθεωρητικές συνιστώσες του νέου φιλελεύθερα παγκοσμιοποιημένου, ρευστού καπιταλισμού και του πολιτισμικού ριζοσπαστισμού του. «Το κακό που μας βρήκε» με την αποδόμηση του κοινωνικού και πολιτικού ιστορικού δεσμού μεταξύ των πολιτών, την απαξίωση της συνεκτικής, θρησκευτικής, «αδελφότητας» που εξέφραζαν οι νεότερες, εθνοτικές συνειδήσεις των λαών και την αντικατάστασή της από την «ανεκτικότητα στις διαφορές» και την ηθική της «ξενέρωτης» αλληλεγγύης κάποιων, δήθεν προοδευτικών ανθρώπων, που μεταξύ άλλων, δηλώνουν συχνά ότι λόγω του «διεθνοποιημένου ανθρωπισμού» τους, «συμπαθούν περισσότερο» τους μετανάστες παρά τον λαό από τον οποίον κατάγονται , περιφρονώντας πάντα μεταξύ πολλών άλλων, στο όνομα προφανώς του «προοδευτικού αντι-εθνικισμού» τους, ακριβώς τις δυτικές τους «πατρίδες» εκείνες που οι λαθρομετανάστες επέλεξαν για να εγκατασταθούν.
Τελικά, θα πρέπει ίσως να αναρωτηθούμε: ποιο ακριβώς είναι «το κακό που μας βρήκε» και πόσο κακό είναι; Είναι άραγε η συντηρητική στροφή της δυτικής κοινής γνώμης; Ή μήπως όλα τα προαναφερόμενα;
Γιάννης Παπαμιχαήλ
Δημοσιεύθηκε: Τετ Φεβ 05, 2025 6:07 pm
Θέμα δημοσίευσης: Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος1ο)
Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός
(Μέρος1ο)
Του Γιάννη Παπαμιχαήλ
*
Οι υπήκοοι σε όλο τον πολιτισμένο δημοκρατικό δυτικό κόσμο, πολύ ταράχτηκαν. ¶λλοι πιο συντηρητικοί, πατριωτικά ευαισθητοποιημένοι, είδαν στην εκλογή του νέου πλανητάρχη φως - πολύ φως και έσπευσαν προκαταβολικά να χαρούν. ¶λλοι, λιγότεροι, είδαν με προσοχή ένα κίτρινο φως να αναβοσβήνει προειδοποιώντας για μια επικείμενη μισοφωτισμένη διασταύρωση, ίσως και ένα φαινομενικά παράδοξο κυκλικό αδιέξοδο. ¶λλοι πάλι, πιο προοδευτικοί και ριζοσπάστες, παγκοσμιοποιημένοι σε επίπεδο νοοτροπιών και νεοταξίτικων χρηστοηθειών, είδαν στην ίδια εκλογή μόνο σκοτάδι και έσπευσαν επίσης προκαταβολικά, να λυπηθούν. Διότι κατΆ αυτούς, χάθηκε η ελπίδα για έναν άλλο κόσμο, καλύτερο και δικαιότερο, ιδίως δε ανεκτικότερο.
Σε τι;
Εννοείται στις διαφορές - και όχι βέβαια στις σταθερές, δομικές ομοιότητες που συγκροτούν τις συλλογικές συνειδήσεις. Στις ατομικές ή συγκυριακές ιδιομορφίες που κατακερματίζουν σε δικαιωματούχες μειονότητες τις παλαιές, πολιτισμικά τουλάχιστον συνεκτικές κοινωνίες και διαλύουν συνειδησιακά τα συλλογικά τους υποκείμενα (έθνη και κοινωνικές τάξεις) στα εξ ων υποτίθεται ότι συνετέθησαν, δηλαδή στα άτομα και στις συγκυριακές, ταυτοτικές συναθροίσεις τους. Ανεκτικότερο συνεπώς στις μικρές ή μεγάλες παραβάσεις της ισχύουσας εθιμικά, ηθικά ή συνταγματικά κανονικότητας ή και του νόμου που διέπει τις κοινωνικές σχέσεις εντός των παλαιών κοινωνιών του ιστορικά νεότερου, μεταφεουδαρχικού, δυτικού κόσμου. Ανεκτικότερο λόγου χάρη στις παράτυπες μετακινήσεις νομαδικών πληθυσμών που δεν φιλοξενούνται προσωρινά στον δυτικό κόσμο, αλλά εγκαθίστανται σε αυτόν. Τον εποικίζουν, όπως στο κάτω κάτω της γραφής έκαναν ιστορικά και οι πρώτοι ευρωπαίοι έποικοι της Αμερικής, πάνω στα πτώματα των αυτόχθονων Ινδιάνων, στο όνομα προφανώς ενός «καλύτερου κόσμου ίσων ευκαιριών αυτοπραγμάτωσης του καθενός», συνώνυμου του αμερικανικού ονείρου που έχει αποικίσει το ευρωπαϊκό φαντασιακό με τον ριζοσπαστικό ανιστορισμό του. Προσοχή: «παράτυποι μετανάστες». Όχι «παράνομοι και καταχρηστικοί»: τέτοιες μπορούν να είναι μόνο οι απεργίες των εργαζομένων. Όχι οι μετακινήσεις των ατόμων που, από όπου κι αν προέρχονται, ασυνόδευτοι ανήλικοι ή συνοδευόμενοι ενήλικες, δηλώνουν πρόσφυγες που χρειάζονται άσυλο και προστασία. Οι λέξεις και οι σημασίες τους οργανώνουν την κοινωνική και πολιτική σκέψη. Διαμορφώνουν το εκάστοτε πλαίσιο της πολιτικής ορθότητας. Σύμφωνα άλλωστε με το δήθεν ανθρωπιστικό, νεοταξίτικο ιδεώδες της συμπερίληψης όλων των χωρίς ιστορία και χωρίς πολιτισμικές καταβολές ομιλούντων διπόδων σε ένα παγκόσμιο σύνολο, κανένας «άνθρωπος δεν είναι παράνομος». Συνεπώς, κανένα σύνορο δεν έχει ηθικά το πολιτικό δικαίωμα να παρεμποδίσει τις «ελεύθερες μετακινήσεις του»: πρόκειται για μια «ανθρωπιστική, προοδευτική» αντίληψη που ιστορικά βόλεψε καλά τις επεκτατικές διαθέσεις όλων των πολέμαρχων, των αποικιοκρατών και των ιμπεριαλιστών. Κατά τα άλλα, η σημερινή χολιγουντιανή πολιτική ορθότητα κόπτεται να ζητά εκ των υστέρων συγνώμη από τους Ινδιάνους, που στην εποχή τους, δεν κατάλαβαν καλά το πολυπολιτισμικό αμερικάνικο όνειρο των εξαθλιωμένων, ευρωπαίων που εποίκισαν παράτυπα την αμερικανική ήπειρο, επιβάλλοντας στους συντηρητικούς αυτόχθονες Αμερικανούς τον δικό τους προοδευτικό νόμο και τη δική τους τάξη…
Ανεκτικότερο επίσης στην κατά βούληση ταύτιση με την αντικειμενική πραγματικότητα των ατομικών επιθυμιών όλων των στερημένων της οικουμένης για αυτοεκπλήρωση εδώ και τώρα (κοινωνική διάκριση «εκ των άνω», διαφοροποίηση από τον «πλησίον», αποστασιοποίηση από την οικεία ιστορικά πολιτισμική παράδοση κλπ.). Την επιθυμία λόγου χάρη που νιώθει ο κάθε εξατομικευμένος νομικός δικαιωματούχος να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι, ή μάλλον καλύτερα, από αυτό που του είπαν ότι είναι όταν γεννήθηκε «χωρίς να ρωτηθεί»… τη δυσφορία του από τον εγκλεισμό του στο ασφυκτικό δίπολο των δύο βιολογικών φύλων (αρσενικού-θηλυκού), με την σύνθεση και συνεύρεση των οποίων αναπαράγονται όλα τα εξελικτικώς ανώτερα είδη του ζωικού βασιλείου, τα άτομα των οποίων διαθέτουν σαφή σωματική υπόσταση και συγκεκριμένες αισθησιοκινητικές και λογικές δεξιότητες που διέπουν τις διαδικασίες της ανάπτυξής τους στη σχέση τους με το περιβάλλον τους. Που διαθέτουν δηλαδή στην κυριολεξία ατομικότητα συνυφασμένη με την ιδιότητα της αδιαιρετότητας. Με άλλα λόγια, την ιδιότητα να μην επιδέχονται κατάτμηση χωρίς να καταστρέφονται βιολογικά.
Ανεκτικότερο στην απαίτηση του κάθε δικαιωματούχου, μεταμοντέρνου ή μη, να αναγνωρίζεται η παραληρηματική, σχιζοφρενικού τύπου, φανταστική ένταξή του σε κάποιο άλλο, ουδέτερο σεξουαλικά υποσύνολο, ή ακόμα σε κάποιο άλλο είδος, πέραν του στενά ανθρώπινου. Ακυρωτικές κουλτούρες, ως γομολάστιχες που σβήνουν συστηματικά το ιστορικό παρελθόν και ατζέντες woke που το ξαναγράφουν σύμφωνα με τα νεοταξίτικα, αντιρατσιστικά υποτίθεται ιδεώδη, καθώς και μεγάλα αφηγήματα του άφυλου μετανθρώπου. Ανθρωπόμορφα τεχνολογικά προϊόντα της τεχνητής νοημοσύνης που θα συμβάλουν υποτίθεται στην ειρήνευση και στην ευημερία του ανατέλλοντος κόσμου.
Όλα αυτά ήρθαν λοιπόν στην ώρα τους, στο όνομα της προόδου του επιστημονικού ορθολογισμού, να συμπληρώσουν τους μετανεωτερικούς αποδομισμούς των μεγάλων ιστορικών αφηγήσεων του παρελθόντος - τους αποδομισμούς δηλαδή με τους οποίους συνειδητά ή ασυνείδητα, τυπικά ή άτυπα, γαλουχήθηκαν εδώ και πέντε δεκαετίες μεγάλες ομάδες της δυτικής κοινής γνώμης. Συνήθισαν λοιπόν να σηκώνουν με αδιαφορία τους ώμους τους σε ένδειξη παραίτησης ή αδιάφορης ανεκτικότητας, κάθε φορά που στο όνομα της προόδου αμφισβητούνται όλα τα ιστορικώς κεκτημένα του δημοκρατικού νεότερου δυτικού κόσμου ή και η κοινή λογική, άνευ της οποίας δεν υπάρχουν ανθρώπινες κοινωνίες άξιες αυτού του ονόματος. Μπροστά στις κοσμογονικές, ανθρωπολογικού τύπου πλέον αλλαγές του γνωστού μας κόσμου προς κάτι που αξιωματικά ονομάζεται «καλύτερο» από τους καθεστωτικούς οργανικούς διανοούμενους, (την στιγμή που σε κάθε κοινωνική και πολιτική περίσταση, τα πράγματα δεν φαίνονται να πηγαίνουν καθόλου καλά), η προσπάθεια συντήρησης κάποιων ιστορικών κεκτημένων απέναντι στον καλπάζοντα προοδευτισμό του διεθνοποιημένου ριζοσπαστικού καθεστώτος, δεν είναι βέβαια κάτι περίεργο.
Ο μετανεωτερικός «θάνατος της ιστορίας», που πήρε τη σκυτάλη της αποϊεροποίησης και της προσχηματικής απομάγευσης των κοινωνικών συνειδήσεων από τον νεωτερικό «θάνατο του Θεού», συνεχίζει να δίνει την μάχη για την επικράτηση του ριζοσπαστικού αξιακού του συστήματος. Σε αυτές τις συνθήκες, η επικράτηση του Τραμπ στις ΗΠΑ έχει βέβαια μια συμβολική άξια. Συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός νέου πατριωτικού λάιφ στάιλ για την Αμερική, που βεβαίως λειτουργεί ως τοτεμικής φύσης πλαίσιο αξιών για το σύνολο του πολιτισμικώς αποικιοκρατούμενου δυτικού κόσμου. Ήδη ως γνωστόν ο Έλληνας πρωθυπουργός, εκείνος δηλαδή ο «σβαμπικός μετα- δημοκράτης» και λάτρης της πολυπολιτισμικότητας, που μόλις προ ολίγου ομιλούσε για τις τυραννικές λαϊκές πλειοψηφίες, με μια θεαματική κωλοτούμπα έσπευσε να δηλώσει πολέμιος της woke ατζέντας και της δικτατορίας των μειοψηφιών, καθώς και υπέρμαχος των συνόρων. Aν και λησμόνησε να μιμηθεί τον πλανητάρχη στις υποσχέσεις μαζικών απελάσεων των «παρατύπως εισελθόντων προσφύγων», καθώς και να ανακοινώσει την υπουργοποίηση του Κασιδιάρη στο υπουργείο μετανάστευσης, είναι σαφές πως η ατζέντα Τραμπ, έστω προσωρινά, παραμερίζει κάπως τις εθνομηδενιστικές, ριζοσπαστικές προτεραιότητες του καθεστώτος.
Τι είναι λοιπόν και πως ερμηνεύεται η συντηρητικοποίηση της δυτικής κοινής γνώμης; Για να καταλάβουμε ένα φαινόμενο, φυσικό ή κοινωνικό ή πολιτικό πρέπει πρώτα να το ορίσουμε. Πρέπει επομένως να ερμηνεύσουμε την επιστροφή του συντηρητισμού που σηματοδότησε η εκλογή του Τραμπ στην αμερικανική καρδιά του καπιταλισμού:
είναι η πεποίθηση μερίδων των ηγετικών κοινωνικών τάξεων- και κατΆ επέκταση των λαϊκών μαζών, ότι μια εθνική κρατική πολιτική οφείλει να καθοδηγεί την ελεύθερη οικονομία και να οργανώνει τις συνεργατικές ή ανταγωνιστικές διεθνείς σχέσεις της ανάλογα με τα συμφέροντα των ηγετικών κοινωνικών ομάδων- και κατΆ επέκταση, των λαών αυτών των εθνών -κρατών. Αυτή η πολιτική εθνική προτεραιότητα μπαίνει όπως φαίνεται λίγο- λίγο στη θέση της γνωστής νεοφιλελεύθερης ιδέας ότι η ελεύθερη διεθνοποιημένη οικονομία ενός κοινωνικά και πολιτικά ασύδοτου τραπεζοκρατούμενου καπιταλισμού, οφείλει να κατευθύνει την πολιτική, η οποία καθίσταται έτσι, στο δυτικό κόσμο τουλάχιστον, συνώνυμη της παγκόσμιας διαχείρισης της ρευστότητας κεφαλαίων, ανθρώπινων ροών, δεδομένων, ταυτοτήτων, εμπορευμάτων, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων.
Το ψυχωτικής φύσης συλλογικό παραλήρημα της woke ατζέντας υπήρξε το έμβλημα τρόπον τινά της εγγραφής αυτής ακριβώς της ρευστότητας στο αμερικανογενές δυτικό φαντασιακό. ΓιΆ αυτό άλλωστε, ο άκρατος χειραφετητικός, εξατομικευτικός, μειονοτοποιός, δικαιωματιστικός λόγος της woke ατζέντας πολιτικοποιήθηκε άμεσα. Τόσο άμεσα που μοιάζει να έγινε η αναρχοφιλελεύθερη κατηφόρα που θα μπορούσε να εκφράσει και να συμπαρασύρει προς το «τέλος της ιστορίας» το σύνολο της φιλελεύθερης κοσμοθεωρίας. Συνεπώς, να γίνει και η κερκόπορτα του οικονομικού φιλελευθερισμού. Ο καταλύτης των συλλογικών κοινωνικών αντιστάσεων στο εθνομηδενιστικό ρεύμα. Το επίκεντρο των αντιθέσεων. Το υπόβαθρο των συντηρητικών αντιδράσεων της δυτικής κοινής γνώμης στη γενικευμένη ρευστοποίηση της ιστορικής πολιτικής εμπειρίας, της κοινής λογικής και των ίδιων τελικά των ανθρωπολογικών θεμελίων της ύπαρξης των ανθρωπίνων κοινωνιών. Με άλλα λόγια, η woke ατζέντα καθώς και οι κουλτούρες queer, λοατκι+
που ήταν (και είναι ακόμα) στο πεδίο της καθημερινότητας, το αναρχοφιλελεύθερο, ψυχοπολιτικό, συμβολικό επιστέγασμα της αστάθειας, της αβεβαιότητας για τα πάντα, της ταυτόχρονης απόρριψης της βιολογικής πραγματικότητας και του ιστορικού παρελθόντος. Της κατασκευής ενός «άλλα αντΆ άλλων», συμβατού με τις φαντασιώσεις και τις επιθυμίες αυτοπραγμάτωσης στο αέναο παρόν και λαϊφσταϊλάτης αυτοπροβολής του κάθε συμπλεγματικού εξατομικευμένου πληβείου, στερημένου της επιθυμητής κοινωνικής καταξίωσης.
Ωστόσο η μάχη των οργανικών διανοουμένων του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος είναι μακριά από το να έχει χαθεί. Το αντίθετο μάλιστα: η ψευτο ελίτ και το ιερατείο της πολιτικής θρησκείας του δικαιωματισμού, οι ευαγγελιστές του εκσυγχρονισμού των ηθών και των νοοτροπιών, καθώς και της διεθνοποίησης των αγορών, οι εισαγγελείς και κατήγοροι των «εθιμικών αγκυλώσεων των ιστορικών λαών επί των στερεοτύπων και ερειπίων του παρελθόντος», όλος αυτός ο εσμός των «διαφωτιστών» που εδώ και μισό αιώνα περίπου, με την βοήθεια της ιδεολογικά εκφυλισμένης αριστεράς, έχει σφηνώσει σε όλο το θεσμικό πλαίσιο της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, στα ΜΜΕ, στην εκπαίδευση από το νηπιαγωγείο μέχρι τις μεταλυκειακές σπουδές, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια και στα έδρανα της δικαιοσύνης σε όλα τα επίπεδα της απόδοσής της, θα έχει μάλλον την ευκαιρία να θυματοποιηθεί κατά βούληση και να εκμεταλλευτεί τις ενδεχομένως άγαρμπες νομοθετικές πρωτοβουλίες του νέου συντηρητικού καθεστώτος που έχει προς το παρόν επικρατήσει, για να καταγγείλει, (κάποτε ίσως και δικαίως), ορισμένα μέτρα που θα λάβουν οι συντηρητικές κυβερνήσεις ως υπερβολικά. Όλοι όσοι λοιπόν, ως ριζοσπάστες και προοδευτικοί, οραματίζονται να «αλλάξουν τον κόσμο» και να «διαφωτίσουν τις συντηρητικές λαϊκές μάζες» έχουν μπροστά τους πεδίο δόξης λαμπρό. Δεν πρόκειται μόνο για τους έμμισθους επίσημους προπαγανδιστές και τους συνήθεις τηλεοπτικούς πανελίστες που παριστάνουν τους δημοσιογράφους, ή τους δημοκρατικά και ορθολογικά σκεπτόμενους οργανικούς διανοούμενους (αστείους ακαδημαϊκούς λειτουργούς, καλλιτέχνες της συμφοράς κλπ), αλλά και για τους ροζουλί αριστερούληδες συνοδοιπόρους τους, δηλαδή το μικρο- ιερατείο των άμισθων, αλλά χαρτζιλικωμένων με δημοσιότητα ανά τον κόσμο «τατσόπουλων» υπηρεσίας. Για τους εισαγωγείς των άναρχο- φιλελευθέρων αξιών της παγκοσμιοποίησης στα «αμόρφωτα λαϊκά στρώματα». Για τα ιδεολογικά απόβλητα του λενινισμού, του παρεξηγημένου τροτσκισμού και της σταλινικής στράτευσης του Λόγου, της Τέχνης και της Δικαιοσύνης στην υπηρεσία των γραφειοκρατικών δικτατορικών καθεστώτων. Για τους απάτριδες του κοσμοπολίτικου συρμού που επιθυμούν να μεταμορφώσουν τους ιστορικούς λαούς σε αθροίσματα εξατομικευμένου παγκόσμιου πλήθους, όπως είχε διαπιστώσει παλαιότερα ο Νέγκρι. Εν συντομία, για τον συρφετό των καθεστωτικών διανοουμένων που θεωρεί ότι αποτελεί τμήμα μιας παγκόσμιας ριζοσπαστικής «πρωτοπορίας». Όλοι αυτοί μαζί, θα οξύνουν στο έπακρο τις ήδη οξυμένες ιδεολογικές και πολιτικές αντιθέσεις, καλλιεργώντας ένα κλίμα ακήρυχτου εμφυλίου πολέμου , κατά της «εξουσίας των λαϊκιστών» που έχουν αναλάβει την διακυβέρνηση στις ΗΠΑ και αλλού, εκπαραθυρώνοντας με τη βοήθεια της «επαίσχυντης» κατΆ αυτούς, πλειοψηφικής, δημοκρατικής λαϊκής ψήφου, την ηθικά νόμιμη κατά τους προοδευτικούς γκλομπαλιστές, «διακυβέρνηση του πλήθους». Κάθε απόπειρα αποκατάστασης της συνεκτικότητας των αντισυνεκτικών σημερινών δυτικών κοινωνιών, θα βαφτίζεται αυτομάτως «ολοκληρωτισμός». Ενδεχομένως θα ταυτίζεται με χουντο- φασιστικούς «γύψους». Χωρίς καμία απολύτως ανεκτικότητα ή κατανόηση, οι ψηφοφόροι των διαφόρων συντηρητικών πολιτικών σχηματισμών, θα βαπτίζονται από την ισχύουσα μέχρι σήμερα πολιτική ορθότητα, «τοξικά σκουπίδια» και θα συνεχίσουν να αποκαλούνται «φασίστες» ή «ακροδεξιοί». Οι λαοί θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζονται σαν μια μάζα αμόρφωτων ηλιθίων, περίπου σαν εκείνους που «κάποτε ψήφισαν τον Χίτλερ», όπως ήδη ειπώθηκε στα συστημικά ελληνόφωνα τηλεοπτικά κανάλια από κάποια ημιμαθή πανεπιστημιακά και δημοσιογραφικά αλαλάζοντα κύμβαλα. Η μεταδημοκρατική υπερολοκληρωτική ελίτ του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, με άφθονη αντιπάθεια για τους λαούς και οικειόφοβο μίσος για τον δαιμονοποιημένο λευκό λαϊκό άνδρα, θα ερμηνεύσει την άνοδο των συντηρητικών πολιτικών σχηματισμών σε όλο το δυτικό κόσμο σαν ένα είδος εκδίκησης της «λευκής γυφτιάς» (ειπώθηκε ήδη και αυτό για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους του Τραμπ).
*Ο Γιάννης Παπαμιχαήλ είναι τ. Καθηγητής Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου