Περιοδικό Πολιτικής Και Πολιτισμικής Παρέμβασης


Σε εποχές που βασιλεύει το ψέμα, η διάδοση της αλήθειας είναι πράξη επαναστατική
Ο Mέγας Bασίλειος κι ο Παραμορφωμένος Xριστιανισμός

< Επισκόπηση προηγούμενης Θ.Ενότητας | Επισκόπηση επόμενης Θ.Ενότητας > 
Συγγραφέας Μήνυμα
Ρεσάλτο
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Τετ Ιαν 01, 2025 4:40 pm    Θέμα δημοσίευσης: Ο Mέγας Bασίλειος κι ο Παραμορφωμένος Xριστιανισμός Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Ο Mέγας Bασίλειος κι ο Παραμορφωμένος Xριστιανισμός



Του Φώτη Κόντογλου

Θέλω να μιλήσω για τον άγιο Bασίλειο, αλλά να μην πω τα συνηθισμένα που λένε όσοι γράφουνε γιΆ αυτόν τον αληθινά Mέγαν άγιο. Προπάντων κάποιοι θεολόγοι φραγκοδιαβασμένοι, που δεν τους ενδιαφέρει σχεδόν καθόλου η αγιότητά του κΆ η κατά Θεόν σοφία του, αλλά η “θύραθεν” σοφία του, η γνώση που είχε στα ελληνικά γράμματα, στη ρητορική και στάλλα εφήμερα και εξωτερικά στολίδια αυτής της βαθειάς ψυχής, λησμονώντας τι γράφει ο απόστολος Παύλος για την κοσμική σοφία, που τη λέγει “μωρίαν παρά τω Θεώ”.Για τους τέτοιους, η φιλοσοφία είναι σεβαστή, μάλιστα περισσότερο από τη θρησκεία κιΆ ας θέλουνε να το κρύψουνε, η επιστήμη πιο πειστική από την πίστη, η αρχαιότης πιο σπουδαίο οικόσημο από τον Xριστιανισμό. ΓιΆ αυτό, όλα τα μετράνε μΆ αυτά τα μέτρα. H αξία των αγίων Πατέρων δεν έγκειται στην αγιότητά τους, αλλά στο κατά πόσον είναι δεινοί ρήτορες, δεινοί συζητηταί, δυνατοί στο μυαλό, μΆ ένα σύντομον λόγο, κατά πόσον έχουνε όσα εκτιμούσε και εκτιμά η αμαρτωλή ανθρωπότητα κιΆ όσα είναι ή περιττά για το χριστιανό, ή βλαβερά, κατά το Eυαγγέλιο. Mα δεν πάει να λέγη το Eυαγγέλιο! Aυτοί οι διδάσκαλοι του λαού δεν ρωτάνε τίποτα, αυτοί τραβάνε το χαβά τους. Tον Παύλο, που είχε πη χίλιες φορές και κατά χίλιους τρόπους πως η γλωσσική επιτηδειότητα δηλ. η ρητορεία, είναι ψεύτικη και δεν τη θέλει ο Xριστός, αυτοί, σώνει και καλά, με το ζόρι, τον ανακηρύξανε “μέγαν ρήτορα”, αυτόν που είπε λ.χ. “ου γαρ απέστειλέ με ο Xριστός βαπτίζειν, αλλΆ ευαγγελίζεσθαι, ουκ εν σοφία λόγου, ίνα μη κενωθή ο σταυρός του Xριστού”, και που γράφει στους Kολοσσαείς:
“Bλέπετε (προσέξετε) μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν”. Aυτοί όμως που εξηγούνε στο λαό την Aγία Γραφή, είναι κουφοί και τυφλοί, ή κάνουνε πως δεν ακούνε και δεν βλέπουνε, κιΆ αυτόν που είπε πως η φιλοσοφία είναι “κενή απάτη”, τον ανακηρύξανε μέγαν φιλόσοφον, στοχαστήν, τετραπέρατον εγκέφαλον “κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν”. Θέλουνε να τον κάνουνε “εφάμιλλον των αρχαίων φιλοσόφων οίτινες εδόξασαν την ανθρωπότητα”, ώστε να έχη κιΆ ο Xριστιανισμός κάποιους μεγάλους νόας κιΆ όχι μοναχά τους πτωχούς τω πνεύματι, τα φτωχαδάκια, τους αγράμματους Aποστόλους, τους απλοϊκούς ασκητάδες, τους ευκολόπιστους μάρτυρες και αγίους. Tους τέτοιους ψευτοχριστιανούς τούς τρώγει η περηφάνια, η κοσμική ματαιοδοξία, επειδή είναι αυτοί που λέγει ο ίδιος ο Παύλος “εική φυσιούμενοι υπό του νοός της σαρκός αυτών”, και “εν σαρκί όντες” και τα σαρκικά τιμώντες, θέλουν “Θεώ αρέσει”. Tον Παύλο που είπε τον φοβερό τούτον λόγο “παν ό ουκ εκ πίστεως, αμαρτία εστίν” δηλ. “ό,τι δεν προέρχεται από την πίστη, είναι αμαρτία”, με τη μικρόλογη διάνοιά τους, τον κατεβάσανε στα μέτρα τους, κάνοντάς τον λογοκόπο ρήτορα, φιλόσοφο, κοινωνιολόγο, πολιτικό, διοργανωτή, ψυχολόγο, παιδαγωγό, καιροσκόπο, επειδή αυτά καταλαβαίνουνε, κιΆ αυτά είναι οι πιο μεγάλοι τίτλοι που μπορούνε να φαντασθούνε. Mε πιο γερά λόγια και πιο καθαρά, ζωηρά και τρανταχτά, δεν μπορούσε να τους πη αυτά τα πράγματα κανένα στόμα, παρεκτός από τον Παύλο, και όμως δεν πήρανε χαμπάρι οι καινούριοι γραμματείς. Aς είναι τα λόγια του σαν σφυριά που κοπανάνε τα ξερά καύκαλά τους, εκείνοι: το γουδί το γουδοχέρι. ¶κουσε πώς μιλά ο Παύλος για την αρχαία σοφία: “Eπειδή (γαρ) εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας (φιλοσοφίας) τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας. Eπειδή και Iουδαίοι σημείον αιτούσι, και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Xριστόν εσταυρωμένον, Iουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν…”. Λοιπόν, ιδού τι λέγει ο Παύλος και τι διδάσκουνε οι εξηγητές του Eυαγγελίου και του ίδιου του Παύλου, δηλαδή τη μεμωραμένη σοφία, που θεωρεί τη διδασκαλία του Xριστού μωρία.

Δείχνω μεγάλη επιμονή σΆ αυτό το ζήτημα, γιατί αυτοί που θέλουνε να νοθέψουνε το κατακάθαρο νερό του Eυαγγελίου, “το ύδωρ το ζων το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον”, με τα βαλτόνερα της γνώσης και της αρχαίας φιλοσοφίας που πίνανε κείνον τον καιρό οι ταλαίπωροι άνθρωποι, “οι μη έχοντες ελπίδα”, χωρίς να ξεδιψάσουνε, αυτοί λοιπόν οι τυφλοί οδηγοί στραβώνουνε τον κόσμο, και γίνουνται αιτία με τις θεωρίες τους να πέφτουνε οι νέοι στην απιστία, γιατί ψυχές που θρέφονται με την “κενή απάτη”, πού θα καταντήσουνε παρά στην απιστία, ομολογημένη ή ανομολόγητη; Όλα αυτά προέρχονται από τον παραμορφωμένο Xριστιανισμό που μαθαίνουν όσοι δασκαλεύονται στα πανεπιστήμια της Δύσης, που είναι η πατρίδα του ορθολογισμού και του ουμανισμού, κΆ ύστερα τον φέρνουνε αυτό τον ορθολογιστικό Xριστιανισμό σΆ εμάς. Γιατί έχουμε την κατάρα να μαθαίνουνε όλα τα δικά μας από τους ξένους, ακόμα και την αρχαία γλώσσα.

Γυρίζω πάλι στον Παύλο, για να πάρω απΆ αυτόν κιΆ άλλα θεόπνευστα λόγια που βγάζουνε ψεύτες αυτούς τους φραγκοσπουδασμένους ουμανίστες ψευτοχριστιανούς. Kαι παίρνω όλο λόγια του Παύλου, γιατί σΆ αυτόν τον άγιο φανερώνουνε την περισσότερη εκτίμησή τους, επειδή, με τα μέτρα που τον κρίνουνε, βρίσκουνε σΆ αυτόν περισσότερη εγκόσμια γνώση, κοινωνική δραστηριότητα, ρητορική δεινότητα, μεθοδικότητα, ψυχολογική cξύτητα, κιΆ ένα σωρό άλλα τέτοια που τα εκτιμούνε πολύ, χωρίς να μπορούνε να δούνε οι θεότυφλοι πως ο Παύλος είναι ο μεγαλύτερος και σφοδρότερος εχθρός και κατακριτής της στραβής αντίληψης που έχουνε για τη χριστιανική θρησκεία.

Γράφει λοιπόν ο θεόγλωσσος Παύλος και ρωτά: “Πού σοφός; Πού γραμματεύς; Πού συζητητής του αιώνος τούτου; (δηλ. της κοσμικής σοφίας). Oυχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;” Σαν να λέγη: “Ποιος από τους σοφούς του κόσμου τούτου, από τους φιλοσόφους και τους δεινούς συζητητάς, με τη διαλεκτική τους, θα μπορέση να συζητήση, ή καν να καταλάβη αυτά που λέμε εμείς οι μωροί, εμείς που δεν γνωρίζουμε τα μαστορικά γυρίσματα της διαλεκτικής, εμείς οι απαίδευτοι ανατολίτες, κιΆ όχι κατά βάθος εμείς, αλλά αυτά που λέγει το Πνεύμα το ¶γιον με το στόμα μας;”

Kαι παρακάτω γράφει: “Σοφίαν δε λαλούμεν εν τοις τελείοις, σοφίαν δε ου του αιώνος τούτου, ουδέ των αρχόντων του αιώνος τούτου, των καταργουμένων”. Ποιοι είναι οι άρχοντες του αιώνος τούτου, οι καταργούμενοι, παρά οι φιλόσοφοι κΆ οι ρήτορες κΆ οι άλλοι λογής-λογής μαστόροι της κοσμικής λογοτεχνίας, που τα σκοτεινά φώτα τους, λένε οι τυφλοί διδάσκαλοι του λαού πως χρειάζονται στο χριστιανό, σαν να μην τους φθάνη το φως του Eυαγγελίου, που λέγει “αν το φως που έχουνε μέσα τους (οι τέτοιοι) είναι σκοτάδι, το σκοτάδι τους πόσο πρέπει να είναι;”

Λοιπόν, κατά το πνεύμα “του αιώνος τούτου του καταργουμένου” εορτάζουνε και δοξάζουνε και τον άγιον Bασίλειον, όχι σαν άγιον και αγωνιστή της αληθινής θρησκείας, αλλά σαν συγγραφέα “καλλιεπών συγγραμμάτων”, “σοφόν ηθικολόγον και παιδαγωγόν, λάτρην της ελληνικής σοφίας”.

Aλλά πόσο σύμφωνος είναι ο άγιος με κείνους που τον δοξάζουνε για την ελληνομάθειά του και για την εκτίμηση που είχε στην αρχαία σοφία, το φανερώνουνε τα παρακάτω λόγια από μια επιστολή που έγραψε στον Eυστάθιο επίσκοπο Σεβαστείας:

“Eγώ, γράφει, αφού ξόδεψα πολύν καιρόν στα μάταια πράγματα, κιΆ αφού όλη σχεδόν τη νεότητά μου τη χάλασα με το να κοπιάζω για πράγματα ανώφελα (αδιαφόρετα), καταγινόμενος να μελετώ τα μαθήματα της “παρά του Θεού μωρανθείσης σοφίας”, επειδή κάποτε ξύπνησα σαν να κοιμόμουνα σε βαθύν ύπνο, και άνοιξα τα μάτια μου στο θαυμαστό φως της αληθείας του Eυαγγελίου κΆ είδα καλά πως ήτανε άχρηστη “η σοφία των αρχόντων του αιώνος τούτου των καταργουμένων”, αφού έκλαψα πολύ για την ελεεινή ζωή μου, παρακαλούσα το Θεό να με χειροκρατήση για να φωτισθώ στα δόγματα της ευσέβειας. Kαι πριν απΆ όλα προσπάθησα να αποκτήσω κάποια ηθική διόρθωση, επειδή είχε πάθει μεγάλη διαστροφή η ψυχή μου από τη συναναστροφή μου με τους κακούς ανθρώπους. Διάβασα λοιπόν το Eυαγγέλιο, και σαν είδα πως εκεί μέσα είναι γραμμένο πως συντείνει πολύ στη σωτηρία του ανθρώπου το να πουλήση τα υπάρχοντά του και να τα μοιράση στους φτωχούς αδελφούς του και να ζη χωρίς να φροντίζη καθόλου για τούτη τη ζωή, και να μην προσηλώνεται η ψυχή στα επίγεια από καμμιά συμπάθεια, παρακαλούσα να εύρω κάποιον από τους αδελφούς που να διάλεξε αυτόν το δρόμο στη ζωή του, ώστε, μαζί μΆ αυτόν, να ταξιδέψω και να περάσω τούτη την περαστική φουρτούνα της ζωής”.

Aλλά ποιος δίνει σημασία σΆ αυτά που λέγει ο Mέγας Bασίλειος; Hμείς κάναμε ένα δικό μας Xριστιανισμό, ένα βολικό, έναν ανθρωπινό και λογικό Xριστιανισμό, όπως λέγει ο μεγάλος Iεροεξεταστής του Nτοστογιέφσκη, γιατί ο Xριστιανισμός που δίδαξε ο Xριστός είναι ανεφάρμοστος, απάνθρωπος. Eμείς, αντί νΆ ανέβουμε προς τον Xριστό, που λέγει “εγώ σαν υψωθώ, θα σας τραβήξω όλους προς εμένα”, τον κατεβάσαμε εκεί που βρισκόμαστε εμείς, και κάναμε ένα Xριστιανισμό σύμφωνο με τις αδυναμίες μας, με τα πάθη μας, με τις κοσμικές φιλοδοξίες μας, και δώσαμε και στους αγίους τα προσόντα που εκτιμούμε και που θαυμάζει η υλοφροσύνη μας, τους κάναμε φιλοσόφους, ρήτορας, πολιτικούς, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους, παιδαγωγούς, επιστήμονες κ.λπ. O μεγάλος Iεροεξεταστής, σαν πήγανε μπροστά του τον Xριστό (που πρόσταξε να τον πιάσουνε, επειδή ξανακατέβηκε στη γη και τον ακολουθούσε ο κόσμος), του είπε: “Tον καιρό που ήρθες στον κόσμο έφερες στους ανθρώπους μια θρησκεία σκληρή, ανεφάρμοστη, απάνθρωπη. Eμείς την κάναμε βολική, ανθρωπινή. Tι ξαναήρθες να κάνης πάλι στον κόσμο; Nα μας τη χαλάσης, μόλις τη βάλαμε στο δρόμο; ΓιΆ αυτό, θα διατάξω να σε κάψουνε εν ονόματί σου, σαν αιρετικόν”.

O βολικός, ο ανθρωπινός Xριστιανισμός, αυτό το ανθρώπινο κατασκεύασμα, είναι η συχαμερή παραμόρφωση που έπαθε το Eυαγγέλιο από την πονηρή υλοφροσύνη της σαρκός.


(από το Γίγαντες ταπεινοί, Aκρίτας 2000)

ΠΗΓΗ
https://amethystosbooks.blogspot.com/2025/01/m-b-x.html
Επιστροφή στην κορυφή
Κλεοξάνθη
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Σαβ Ιαν 04, 2025 6:52 pm    Θέμα δημοσίευσης: Ο ¶γιος Βασίλειος του μύθου και της ιστορίας Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Ο ¶γιος Βασίλειος του μύθου και της ιστορίας (αναφορά στο ομώνυμο ξωτικό – καρικατούρα των εορτών)




ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Οι εορτές του δωδεκαημέρου, όπως ονομάζονται οι ημέρες των εορτών των Χριστουγέννων έως και των Θεοφανίων, αποτελούν ένα σημαντικό εορτολογικό σταθμό στη συνείδηση των ορθοδόξων νεοελλήνων. Για τους πιστούς αυτή η αγία περίοδος είναι ευκαιρία για πνευματική ανάταση και περισυλλογή.

Για τη συντριπτική όμως πλειοψηφία των ανθρώπων όμως είναι ευκαιρία για εφήμερες κοσμικές και φτηνές ενασχολήσεις. Υπό την επίδραση της δυτικοευρωπαϊκής κοσμικής και υλιστικής κουλτούρας παραμερίστηκε το πνευματικό νόημα των αγίων αυτών εορτών και δόθηκε προτεραιότητα σε κάθε είδους καταναλωτισμού και υλικών απολαύσεων. Τα Χριστούγεννα είναι γιΆ αυτούς συνώνυμα πια με το εμπόριο και την ψυχαγωγία. Όχι βέβαια πως και αυτά δεν είναι μέρος της ζωής μας και θα πρέπει να εξοβελιστούν από αυτή, αλλά θα πρέπει να ασκούνται με μέτρο και να δίδεται προτεραιότητα στην ουσία που είναι ο εορτασμός του πιο σπουδαίου γεγονότος της ανθρώπινης ιστορίας, της ενανθρωπήσεως του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου, ως υπέρτατη δωρεά του θείου ελέους για το ανθρώπινο γένος και ολόκληρη τη δημιουργία.

Το κύριο «πρόσωπο» της εμπορικής δραστηριότητας αυτών των ημερών είναι ο «Αϊ-Βασίλης», ο γνωστός σε όλους μας στρουμπουλός καλοσυνάτος γέρος, με τα κόκκινα ρούχα, ο οποίος φορτωμένος με σάκο έρχεται κάπου από τον αρκτικό Βορρά και μοιράζει (υποτίθεται) δώρα στα παιδιά. Σε τηλεοπτικές διαφημίσεις μάλιστα οι αδίστακτοι έμποροι έφτασαν σε σημείο να τον παρουσιάζουν ακόμα και σε προκλητικές και αμαρτωλές σκηνές, πράγμα απαράδεκτο για άγιο της Εκκλησίας μας.

Έχει τονισθεί πολλές φορές από εκκλησιαστικούς παράγοντες πως ο απίθανος αυτός τύπος, πλάσμα της φαντασίας των δυτικοευρωπαίων, δεν έχει και ούτε μπορεί να έχει σχέση με κάποιον από τους σεβάσμιους και σοβαρούς αγίους της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, παρόλο που αυτός φέρει ονόματα επιφανών αγίων μας, όπως του αγίου Νικολάου στους ξένους (Santa Claus) και του αγίου Βασιλείου σε μας. Πρόσφατες έρευνες απέδειξαν πως η προέλευση αυτού του περίεργου πλάσματος των Χριστουγέννων έχει τις ρίζες του στην προχριστιανική παγανιστική αρχαιότητα. Στους αρχαίους Έλληνες ο πληθωρικός Ποσειδών και στους Λατίνους ο αντίστοιχος Νέπτων «έφερναν» δώρα στους ανθρώπους. Στους βορείους λαούς μοίραζε δώρα ο γέρο – Χειμώνας. Στη μεσαιωνική Ιταλία έφερνε τα δώρα η γριά – Μπεφάνα. Με άλλα λόγια η «μασκότ» των Χριστουγέννων, ο «Αϊ-Βασίλης», είναι ένα ξωτικό, μια παγανιστική φανταστική φιγούρα, η οποία έγινε αναπόσπαστο μέρος της καταναλωτικής μανίας αυτών των ημερών.

Είναι γνωστό πως η καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων έγινε τον Δ΄ μ .Χ. αιώνα στη Δύση και στην Ανατολή στις αρχές του Ε΄ μ .Χ. αιώνα, κυρίως σε αντικατάσταση της μεγάλης ειδωλολατρικής εορτής του «Αήττητου Ήλιου», του στρατιωτικού ιρανικού θεού Μίθρα, ο οποίος εορτάζονταν με μεγαλοπρέπεια στις 25 Δεκεμβρίου σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν την ημέρα αυτή ως την ημέρα γέννησης του Χριστού, του νοητού Ηλίου της Δικαιοσύνης, καταφέρνοντας έτσι σε μικρό χρονικό διάστημα να εξοβελιστεί η ειδωλολατρική εορτή και να επικρατήσει η χριστιανική. Όμως οι ισχυρές συνήθειες του ειδωλολατρικού παρελθόντος δεν ήταν εύκολο να αποκοπούν από την ψυχή των ανθρώπων, γιΆ αυτό πολλά παγανιστικά στοιχεία δευτερευούσης σημασίας μεταλλάχτηκαν και εντάχθηκαν στη νέα πίστη και κυρίως ως φολκλόρ στις λαμπρές πλέον χριστιανικές εορτές. Στην προκείμενη περίπτωση ο προχριστιανικός καλοσυνάτος γέρος έλαβε χριστιανικό όνομα και εντάχθηκε στη λαϊκή ψυχή ως αναπόσπαστο μέρος της θρησκευτικότητάς της.

Τα ονόματα που έλαβε, είτε του αγίου Νικολάου, είτε του αγίου Βασιλείου δεν είναι τυχαία. Οι δύο αυτοί σημαντικοί άγιοι της αρχαίας Εκκλησίας μας υπήρξαν μεγάλοι ανθρωπιστές και κοινωνικοί εργάτες της κοινωνίας. Η άσκηση της φιλανθρωπίας από τον άγιο Νικόλαο, επίσκοπο Μύρων της Λυκίας (+340) υπήρξε παροιμιώδης. Το ιερό του συναξάρι είναι γεμάτο από άπειρα περιστατικά πραγματικής βοήθειας των αναξιοπαθούντων ανθρώπων της ευρύτερης περιοχής της επισκοπής του και από άτεγκτους ελέγχους κατά των αδίκων ισχυρών. Για τους πιστούς ορθοδόξους ο άγιος Νικόλαος είναι ο άγιος της καλοσύνης, του ελέους και της φιλανθρωπίας. Αλλά και ο άγιος Βασίλειος (+379) είναι ο κατεξοχήν κοινωνικός θεωρητικός και πρακτικός πατέρας της Εκκλησίας μας. Ολόκληρη η ζωή του υπήρξε ένας συνεχής αγώνας ανακούφισης της ανθρώπινης ένδειας και δυστυχίας. Η περίφημη «Βασιλειάδα» της Καππαδοκίας, έργο ζωής του αγίου και πρότυπο φιλανθρωπικό ίδρυμα για όλες τις εποχές, μαρτυρεί περίτρανα την υπέρτατη προσφορά του κορυφαίου αυτού εκκλησιαστικού άνδρα. Μέσα στη χριστιανική συνείδηση οι δυο αυτοί κοινωνικοί άγιοι πέρασαν ως οι αέναοι χορηγοί κάθε είδους φιλανθρωπίας και γιΆ αυτό οι προχριστιανικοί μυθικοί διανομείς δώρων στους ανθρώπους αντικαταστάθηκαν από αυτούς.

Κατά την γνώμη μου δεν είναι κακό, κατΆ αρχήν, να καλλιεργείται μέσα στην λαϊκή ψυχή και ιδιαίτερα στα παιδιά η ιδέα ότι κάποιος άγιος μοιράζει καλοσύνη και αγαθά στους ανθρώπους. Η σκληρή πραγματικότητα μας κάνει να έχουμε την ανάγκη της εξωπραγματικής και μεταφυσικής βοήθειας. Ο «Αϊ-Βασίλης» είναι ο «από μηχανής θεός» που νικά τις αντικειμενικές δυσκολίες, όπως είναι η ανθρώπινη ανέχεια, και φέρνει (υποτίθεται) την ευτυχία. Το άσχημο της υπόθεσης είναι πως ο ευτραφής «Αϊ-Βασίλης», όπως εικονίζεται, δεν έχει σχέση με τον ασκητικότατο άγιο Βασίλειο, ο οποίος πέθανε νέος, 49 ετών σκελετωμένος και αποκαμωμένος από την αέναη κοινωνική εργασία και προσφορά. Το χειρότερο δε είναι πως η εμπορευματοποίηση των εορτών των Χριστουγέννων μετέβαλλαν αυτόν τον μυθικό έστω «Αϊ – Βασίλη» σε μέσο διαφήμισης των πάσης φύσεως προϊόντων, όπως οινοπνευματωδών ποτών, ακόμα και … γυναικείων εσωρούχων!

Ζούμε δυστυχώς σε εποχή έντονου καταναλωτισμού. Ύψιστη αξία είναι πλέον το κέρδος, στο βωμό του οποίου θυσιάζονται τα πάντα. Πίστη στο Θεό, ηθική, σεβασμός της ανθρώπινης προσωπικότητας είναι παράμετροι υποδεέστεροι της οικονομικής ανάπτυξης, που είναι το υπέρτατο ζητούμενο του σύγχρονου ανθρώπου. Ο σημερινός άνθρωπος επιδιώκει να καλύψει όσο το δυνατόν περισσότερες οικονομικές ανάγκες του, νομίζοντας εσφαλμένα ότι έτσι μπορεί να ικανοποιήσει το υπαρξιακό κενό που έχει στην ψυχή του. Ο Ιησούς Χριστός ο κύριος του κόσμου και της ιστορίας, του οποίου τη θεία Γέννηση εορτάζουμε αυτές τις ημέρες, είναι για εκείνον σχεδόν άγνωστος. Η λυτρωτική Του δωρεά δεν τον αγγίζει καθόλου. ΓιΆ αυτό αρέσκεται σε λυτρωτικά υποκατάστατα όπως είναι ο μυθικός «Αϊ-Βασίλης» των Χριστουγέννων. Αυτός ο «άγιος» του ταιριάζει, διότι είναι πλασμένος κατΆ εικόνα και ομοίωσή του: καταναλωτικός, ανέμελος, απροβλημάτιστος, χαζοχαρούμενος… Είναι ο νέος τύπος – πρότυπο ανθρώπου της «Νέας Εποχής», ο οποίος λανσάρει τον απροβλημάτιστο (ζωώδη) βίο, υποταγμένο στις «επιταγές» των σύγχρονων καιρών και ο οποίος αναγάγει την κατανάλωση ως ύψιστη αξία. Το ευτραφές ξωτικό – καρικατούρα των εορτών, που ακούει στο όνομα «Αϊ – Βασίλης», δείχνει το δρόμο για έναν τέτοιο τρόπο ζωής, επιφανειακά όμορφο και φανταχτερό, κατά βάθος όμως φρικιαστικό και απάνθρωπο, προμηνύοντας το μέλλον του κόσμου ζοφερό και αβέβαιο!

πηγή
https://enromiosini.gr/arthrografia/25agios-vasileios-mytioy/
Επιστροφή στην κορυφή

 
Μετάβαση στη:  
Μπορείτε να δημοσιεύσετε νέο Θέμα σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Δεν μπορείτε να επεξεργασθείτε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν μπορείτε να διαγράψετε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν έχετε δικαίωμα ψήφου στα δημοψηφίσματα αυτής της Δ.Συζήτησης

Όλες οι Ώρες είναι GMT + 2 Ώρες