Περιοδικό Πολιτικής Και Πολιτισμικής Παρέμβασης


Σε εποχές που βασιλεύει το ψέμα, η διάδοση της αλήθειας είναι πράξη επαναστατική
Το μεγαλείο του Λουδοβίκου των Ανωγείων

< Επισκόπηση προηγούμενης Θ.Ενότητας | Επισκόπηση επόμενης Θ.Ενότητας > 
Συγγραφέας Μήνυμα
Μπρακούλιας
Επισκέπτης





ΔημοσίευσηΔημοσιεύθηκε: Παρ Ιούν 06, 2008 6:51 pm    Θέμα δημοσίευσης: Το μεγαλείο του Λουδοβίκου των Ανωγείων Απάντηση με παράθεση αυτού του μηνύματος
Από το http://agonek.blogspot.com/ μία ανεπανάληπτη
συνέντευξη του Λουδοβίκου των Ανωγείων.

Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων μιλάει με τον Ν.Αgo

Τον Λουδοβίκο των Ανωγείων τον γνώρισα το 2000. Τότε, άκουσα πρώτη φορά και τα τραγούδια του. Μου άρεσαν τόσο πολύ που όταν μπόρεσα το 2004 να πάω διακοπές στη Κρήτη, ανέβηκα στα Ανώγεια του να δω από κοντά τον τόπο που τον εμπνέει.Τελικά έχει δίκιο.Μετά τον Ξυλούρη, αυτός ο τόπος έχει και άλλον μεγάλο.Κοντά του, είτε σου μιλά, είτε τραγουδά, συνήθως σιωπάς. Αλλά οπωσδήποτε φεύγεις γεμάτος. Ευχαριστώ πολύ Λουδοβίκε! Για όλα!

-Πως θα ορίζαμε το είδος του τραγουδιού σου Λουδοβίκε;

-Είχα ρωτήσει κάποτε τον Μάνο Χατζηδάκη: αν με ρωτούν τι μουσική είναι αυτή που κάνω, τι θα λέω; Θα λες ότι είναι μια λαϊκή μουσική, βγαλμένη μέσα από ακριβό φίλτρο. Αυτό το κράτησα. Πρέπει να διαχωρίσουμε κάτι: Τι είναι παράδοση; Η παράδοση είναι η πληροφορία του κάθε ανθρώπου από τον τόπο της καταγωγής του. Μόνο αυτή τη παράδοση μπορεί να κατανοείς. Εγώ λοιπόν από τη Κρήτη, έχοντας μια πολύ πλούσια μουσική παράδοση, μπόρεσα να ξεχωρίσω αυτά τα πράγματα που μου αρέσανε, να τα ξεχάσω μετά να τα σβήσω με τη γομολάστιχα και προσπαθώντας να κτίσω με το προσωπικό μου μουσικό λόγο. Έτσι ξεκίνησα από ένα σημείο που κανένας δεν το είχε κάνει πιο πριν. Μπήκα στο μοιρολόι, στο τραγούδι του θανάτου, το τραγούδι της χαμένης αγάπης.Ή το τραγούδι της ζωής, καλύτερα. Αυτό εντυπωσίασε τον Μάνο Χατζηδάκη, ο οποίος μου άνοιξε το δρόμο. Η αντιμετώπιση που κάνω εγώ στο τραγούδι, ως προς το στίχο, θέλω να πιστεύω ότι το περνάω μέσα από αυτό το ακριβό φίλτρο. Για να βγει ένας στίχος και να γίνει τραγούδι, περνάει πάρα πολλά στάδια. Υπάρχει στιγμή που δεν υπάρχει τίποτα από το πρώτο.Κρατώ την ιδέα,τη στολίζω με λέξεις,τις επόμενες μέρες, ξεστολίζω, βάζω άλλες λέξεις επάνω της και κάποτε καταλήγει να είναι το τραγούδι, κατά τη γνώμη μου, έτοιμο να βγει.Οι στίχοι είναι αυτοί που κάνουν ένα τραγούδι καλό ή κακό. Έχω λοιπόν έναν στίχο που τον θεωρώ καλό και θα τον υπηρετήσω με απλό μελωδικό τρόπο. Για αυτό τα τραγούδια μου φτάνουν πολύ απλά, όχι στο μυαλό, αλλά στη ψυχή. Αυτό μου λέει και πολύς κόσμος στο δρόμο.

-Αναφέρθηκες στον Μανο και αναφέρεσαι πάντα και παντού. Αλήθεια, πώς είναι ένας δρόμος που ανοίγει ο Μανος Χατζηδάκης;

-Ο Μάνος Χατζηδάκης ήταν ένας διαρκώς εμπνευσμένος άνθρωπος και πολύ πλούσιος σε αισθήματα. Όταν ανακάλυπτε ένα ταλέντο, του έδινε την ευκαιρία. Και όταν ο Χατζηδάκης σήκωνε το χέρι του να δείξει κάποιον, όλοι γύρναγαν το κεφάλι να δουν ποιον δείχνει. Αυτό έκανε και σε μένα. Με έδειξε. Όχι για τίποτε σπουδαίο. Για την απλότητα και την πυκνότητα αυτού που έκανα.Μου έδωσε λοιπόν την ευκαιρία να κάνω βήματα πολύ γρήγορα που θα χρειαζόμουν χρόνια να τα κάνω για να φτάσω στο αυτί πολλών ανθρώπων.Ο Μανος λοιπόν,σου έδινε την ευκαιρία αλλα αν είχες τη δυνατότητα να την αξιοποιήσεις αυτή την ευκαιρία και όταν περιέχεις αυτό που είχε οραματιστεί ο Μάνος, τότε προχωράς.Πιστεύω λοιπόν, ότι την ευκαιρία που μου δόθηκε την εκμεταλλεύτηκα πολύ σωστά. Δεν έκανα εγώ μουσική μέχρι τότε. Έκανα ζωγραφική. Έπαιζα απλώς μαντολίνο. Όταν σε στέλνει ο Χατζηδάκης αλλού, κι εγώ να κάνω όλα τα πράγματα που έκανα μέχρι τότε πέρα, να πάρω λευκή κόλλα και να ξεκινήσω σε ηλικία τριάντα χρόνων, ήταν και για εμένα ένα ρίσκο, και μια απόφαση.Δεν ήξερα πού θα με πήγαινε. Αλλά ακολούθησα το ένστικτο, κάτι που κάνω πάντα και με τους ανθρώπους. Έτσι τους αναγνωρίζω και τους εμπιστεύομαι. Είπα λοιπόν ότι από δω πάει αυτός ο δρόμος. Μπορεί να κάνω μέτρια ή και κακά πράγματα, αλλά θα κάνω προσωπικά πράγματα.

- Αλήθεια, πως προέκυψε η γνωριμία με τον Μανο;

-Ήταν εντελώς συμπωματικό. Είχε κατέβει στο χωριό μου στα Ανώγεια για να κάνει εκδηλώσεις με τον δήμαρχο τον Γιώργο Κλάδο.Εκεί,εντελώς τυχαία γνωριστήκαμε. Ούτε να με βρει ήρθε ούτε πήγα να τον βρω.

-Το είδος του τραγουδιού σου, αν δεν είναι μοναδικό, εσύ τουλάχιστον το κάνεις μοναδικό. Νιώθεις άραγε ως ένας μοναδικός καβαλάρης στους δρόμους των τραγουδιών;

-Τα δικά μου τα τραγούδια δεν έχουνε ρεφρέν. Έχουν ισότιμη σχέση όλες οι λέξεις του τραγουδιού, δεν εκβιάζει το τραγούδι μου μια φράση για να μείνει στα αυτιά αυτού που την ακούει. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που γράφω μια μικρή ιστορία, ένα μικρό παραμύθι που έχει αρχή,μέση,τέλος. Είναι μοναχικός ο δρόμος που κάνω, αλλά υπάρχουν πάρα πολύ άνθρωποι που ακούνε τα τραγούδια μου σιωπηλοί. Μου έχει συμβεί με τρεις ή και με έξι χιλιάδες ανθρώπους να είναι σιωπηλοί από κάτω και να ακούν αυτά που λέω και αυτά που τραγουδώ. Άρα υπάρχει πολύς κόσμος που ακολουθεί αυτό το ρεύμα. Το οποίο είναι όμως ένας δρόμος που τον ανοίγεις. Δεν υπάρχει έτοιμος. Όταν βρεις έτοιμο δρόμο, μπορεί να τρέχεις αλλά και να σκοντάφτεις. Όταν ανοίγεις εσύ τον δρόμο, είσαι ικανός, σιγά-σιγά να κόβεις, να ράβεις και να είσαι προσεκτικός.

-Έχω ακούσει κι εγω τα δικά σου παραμύθια. Έχω σιωπήσει κι εγω μπροστά σου. Ποια είναι άραγε η σχέση της σιωπής και της μελωδίας;

-Η σιωπή είναι το ανώτατο κύρος. Αν το πάρουμε από τη μεριά του λόγου θα σκεφτείς το εξής: ξεκινάμε κι έχουμε ένα φλύαρο λόγο, όσο πάει μεστώνει ο λόγος , γίνεται ποιητικός, αφαιρετικός και καταλήγει να γίνει σιωπή. Η σιωπή είναι η ύψιστη τιμή του λόγου. Είτε του μουσικού, είτε του γραπτού,είτε του προφορικού λόγου. Η σιωπή έχει κύρος και πολλές φορές είναι και πολύβουη.Δεν είναι ψευδή, με την έννοια του δεν υπάρχω. Σαν το μαύρο χρώμα, που έχει μέσα όλα τα χρώματα και η πρώτη ανάγνωση είναι ότι δεν έχει κανένα χρώμα μέσα, έτσι είναι και η σιωπή, προς το μαύρο. Έχει όλα τα χρώματα, τα ακυρώνει, τα κρατάει μέσα. Η σιωπή που υπάρχει στη μουσική μου, θα την ονομάσουμε παύση, είναι η παρέα που κάνει μια νότα μέχρι να πάει στην άλλη. Όπως είναι ένας χορευτής, που εμείς παρακολουθούμε τα βήματα του όταν πατάει κάτω αλλά για να κάνει το βήμα, έχει ένα δρόμο. Αυτή είναι η παύση, ο εσωτερικός κραδασμός του χορού, της μελωδίας. Για να εκπνεύσεις, πρέπει πρώτα να εισπνεύσεις. Και οφείλουμε να σιωπούμε. Οφείλουμε να έχουμε δυο φορές ακοή και μια φορά λόγο. Έτσι το έχει κάνει η φύση. Μας έδωσε δυο αυτιά κι ένα στόμα. Πρέπει λοιπόν να ακούμε δυο φορές και να μιλάμε μια. Ώστε έτσι να μένει ένα κενό που είναι η σιωπή για όλο το κόσμο.


- Θα έλεγε κανείς πως, όταν κάποιος έρχεται στις παραστάσεις σου, δεν έρχεται μόνο να βάλει σε λειτουργία τα δυο αυτιά του. Αλλά έρχεται και να μάθει. Διότι τα παραμύθια που ντύνεις τα τραγούδια σου, είναι το αλατοπίπερο της μελωδίας. Είναι αυτό μέρος της ολότητας του Λουδοβίκου καλλιτέχνη;

-Φυσικά. Εγώ λειτουργώ ως ένα σύνολο. Ξέρουμε ότι ο λόγος από μόνος του έχει τη μουσική μέσα. Ακόμη και ο πιο πεζός λόγος, περνάει από μια μελωδική γραμμή για να βγει. Το παραμύθι, όμως, δηλαδή η σκέψη που μπορεί να κάνω στο δρόμο και τη μεταφέρω μετά σαν εισαγωγή σε ένα τραγούδι μου, είναι πιο ώριμο. Όταν λεω, ας πούμε ότι η τελεία μοιάζει με τη στιγμή. Η τελεία μένει η στιγμή δραπετεύει. Τώρα που ερχόμουν στο δρόμο, είδα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, στο διάζωμα του δρόμου κάτι λουλούδια κίτρινα. Ήταν πολύ ωραία. Στο φανάρι που σταμάτησα, είδα μια πεταλούδα να περπατά ελαφρά πάνω τους. Και τη ρωτάω: που μένεις εσύ; Σηκώνει το κεφάλι και μου λέει, μένω στην Αθήνα! Δηλαδή, μπορείς να ζήσεις στην Αθήνα; Να, αφού βλέπεις. Τι μας διδάσκει; ότι παντού τα πάντα μπορεί να είναι τέλεια.
Εγώ λοιπόν είμαι παρατηρητής. Με το που θα ξυπνήσω, το βλέμμα μου είναι στην παρατήρηση. Και αυτές τις παρατηρήσεις, τις κάνω μελωδίες, τραγούδια, παραμύθια.
Έβλεπα ένα σκουληκάκι τις προάλλες στη Κρήτη, πράσινο. Εγώ τον κοίταξα με μια κάποια περιφρόνηση και λίγο αηδία. Σταματάει, γυρνάει το κεφάλι και μου λέει: μη με βλέπεις εμένα έτσι, γιατί σε λίγο καιρό θα είμαι μια λευκή πεταλούδα και θα με κάνεις τραγούδι. Αυτό είναι το θαύμα του κόσμου. Από ένα πράμα που σέρνεται στη γη, γίνεται ένα πράγμα που δεν υπάρχει, που πηγαίνει στα ύψη. Το σκουληκάκι γίνεται πεταλούδα. Η απόλυτη ανάσταση. Η τελειότητα του περιβάλλοντος είναι αρκετή και να διηγηθείς, και να γράψεις και να τραγουδήσεις.

-Πάντως, ομολογώ ότι από τότε που ήρθα σε επαφή με τα τραγούδια σου, έχει αλλάξει λιγάκι η εικόνα που είχα για τον έρωτα και την αγάπη. Διότι περιέργως, από τότε τον έρωτα τον ονειρεύομαι ξυπόλητο. Και την αγάπη.

-Η αγάπη είναι το πιο τελικό, το πιο ακριβό συναίσθημα του ανθρώπου. Πρώτα κατακτάς την αγάπη και μετά κατακτάς όλο τον κόσμο. Πρώτα ανακαλύφθηκε η αγάπη και μετά ο κόσμος. Πιστεύω ότι ανακάλυψαν την αγάπη του υδρογόνου με το οξυγόνο εκεί στο σύμπαν και έφτιαξαν το νερό. Η αγάπη για μένα είναι μια γυναίκα. Όμορφη, υπερήφανη, ξυπόλητη, και που σου μιλάει λέγοντας: για να φτάσεις σε μένα πρέπει να κάνεις πολύ δρόμο. Εδώ έχω ένα παραμύθι. Ήταν μια γιαγιά στην αυλή και έφτιαχνε την κοτσίδα της εγγονής. Για να φτιάξουμε την κοτσίδα της έλεγε, φτιάχνοντας τα μαλλιά, χρειαζόμαστε τρεις κλώνους. Το ένα είναι του έρωτα, το άλλο είναι της αγάπης και το τρίτο είναι της φιλίας. Ο έρωτας έρχεται μόνος του, στην αγάπη πάμε εμείς , η φιλία χτίζεται κουβαλώντας τις πέτρες στον ώμο. Χωρίς ένα από τα τρία, κοτσίδα δεν γίνεται. Έτσι λοιπόν την αγάπη τη θεωρώ σπουδαία και αντίθετη με τον έρωτα. Ως τελικό συναίσθημα και βέβαιη. Διότι δεν λες ποτέ σ'αγαπώ και μετά δεν σ'αγαπώ. Όταν πεις σ'αγαπώ, θα πρέπει να είναι και το τελικό. Για αυτό, μην λες ποτέ αν δεν είσαι σίγουρος πως αγαπάς. Όπως η μάνα που δεν το λέει αλλά το σκέφτεται στρογγυλό στρογγυλό στο μυαλό της και σχηματίζεται στο βλέμμα της η λέξη αγάπη. Η μάνα, ό,τι και να γίνεις πάντα σ'αγαπάει. Δεν λέει, σ'αγαπούσα παιδί μου αλλά αφού δεν έγινες αυτό δεν σ'αγαπώ. Δεν λέει σ'αγαπώ η μάνα ενώ ξέρει ότι είναι η μόνη που δικαιούται να το πει. Ενώ εμείς λέμε από ανασφάλεια σ'αγαπώ. Το να είσαι ερωτευμένος, να το λες να το σβήνεις και να το ξαναλές, το καταλαβαίνω διότι είναι άλλο πράγμα. Ο έρωτας είναι εντελώς εγωιστικό συναίσθημα. Ενώ λες ότι το κάνεις για τον άλλον το κάνεις για σένα. Λέμε: ήρθα για σένα από την Αθήνα ως εδώ! Ενώ ξέρουμε ότι πήγαμε για μας. Το εγωιστικότερο συναίσθημα είναι ο έρωτας. Ενώ το απόλυτο αντιεγωιστικό είναι η αγάπη. Πού συναντιούνται λοιπόν αυτά τα δυο; Ενώ για τον έρωτα σκοτώνω, για την αγάπη σκοτώνομαι. Ένας νέος, μια φορά, που έμενε σε μια χώρα μακρινή, ήθελε να βρει την αγάπη. Και πήγε σε έναν γέρο που έμενε σε μια καλύβα, και του είπαν πως ξέρει πού μένει η αγάπη. Και του είπε: γέροντα, θέλω να μου πεις πού είναι η αγάπη. Η αγάπη, του λέει, είναι απέναντι. Και του δείχνει την απέναντι μεριά του ποταμιού. Ο γέροντας, λιγόλογος και σαφής, δεν του έδωσε δικαιώματα να τον ρωτήσει δεύτερη φορά. Και είπε αυτός: αφού είναι απέναντι, να πάω απέναντι. Και αφού περπάτησε πάρα πολύ, κατάφερε κάποτε να περάσει απέναντι. Και αφού έφτασε, φώναξε από απέναντι: γέροντα, ήρθα απέναντι, πού είναι η αγάπη; Του φωνάζει ο γέροντας: η αγάπη είναι πάντοτε απέναντι από κι που είσαι. Από δω είναι τώρα!
Έτσι, την αγάπη, δύσκολα θα τη συναντήσεις. Μόνο μέσα από τη βιολογική σχέση θα τη συναντήσεις. Στη γέννα, όταν κάνεις παιδιά. Που θα αγαπήσεις το παιδί σου και το παιδί τη μάνα. Έχω κι ένα τραγούδι που ακόμα δεν έχει ακουστεί, και στο λεω εσένα τώρα .
Η πρώτη, πρώτη μας φορά
Κινώ με ένα βλέμμα σου για μένα
Κράτησε μόνο μια στιγμή
Μα στο μυαλό μου το έχω κρατημένα.
Ένας καθρέφτης είμαι εγώ
Και αυτά που θα μου στείλεις πίσω θα στα δώσω
Να μη μου λες πως μ'αγαπάς
Άσε με το δικό μου τρόπο να το νιώσω
Να μη μου λες το σ'αγαπώ
Είναι μια κουρασμένη λέξη
Κοίτα με με ένα βλέμμα σου βαθύ
Να δούμε, ποιος από τους δυο θα αντέξει
Αυτά περί αγάπης και έρωτα!

-Δηλαδή είμαι και ο πρώτος που δημοσιεύω και το τραγούδι αυτό;

-Ναι! Είσαι ο πρώτος διότι δεν το έχω πει ακόμα δημόσια!

-Λουδοβίκε, ακούγοντας τη «Ριρίκα» σου, έχω κλάψει κι εγώ. Το συνέδεσα με ένα οικογενειακό τραγικό γεγονός που είχα. Αλλά, από τότε που είμαι μετανάστης, πιάνω τον εαυτό μου να έχω δακρύσει πολλές φορές. Ξέρει άραγε τι κάνει την καρδιά του μετανάστη «ευάλωτη» απέναντι στα δάκρια;

-Ο μετανάστης είναι εκπρόσωπος των δακρύων. Πολλές φορές μου λένε ότι με τα τραγούδια σου μας κάνεις να κλάψουμε. Είναι λάθος ανάγνωση. Προσπαθώ με τα τραγούδια να απελευθερώσω τη λύπη. Διότι οι λύπες για να βγούνε έξω, θέλουν έναν αγωγό. Και ο αγωγός της λύπης είναι τα δάκρυα. Πιστεύω, με το τραγούδι μου να κλάψεις και να απελευθερωθείς. Άλλωστε το μοιρολόι κι ο θρήνος τι είναι; Κάποτε όταν υπήρχαν οι θρηνοδοί, μέσα από έναν μεγάλο πόνο, οδηγούσαν μέσα από το τραγούδι τον κόσμο στο θρήνο. Δηλαδή όλοι μαζί κλαίμε για να απελευθερωθούμε. Η μάνα για τι θρηνεί;Η φύση τη κάνει να κλαίει, να θρηνεί, να δακρύζει και να απελευθερωθεί, ξεκινώντας ξανά τη ζωή από την αρχή.

-Ξεφεύγοντας από το δικός σου είδος τραγουδιού, γενικώς, πως το βλέπεις το σημερινό τραγούδι; Υπάρχει σήμερα ένας Μάνος;

-Κοίταξε! Σήμερα που είναι η εποχή της ευκολίας ο καθένας που έχει την οικονομική δυνατότητα , μπορεί να πληρώσει και να βγάλει ένα CD. Παλαιοτέρα βγαίνανε είκοσι δίσκοι και οι δυο ήταν οι καλοί. Σήμερα βγαίνουν πέντε χιλιάδες δίσκοι, και πάλι οι καλοί είναι δυο. Άρα, η ποιότητα δεν άλλαξε. Απλά πληθήναμε. Σήμερα, μπορεί να μην υπάρχει ένας Μάνος Χατζηδάκης αλλα υπάρχει ως αισθητικό πρότυπο. Για αυτούς που ξέρουν, δεν μπορούν να παρακάμπτουν αυτό το πρότυπο. Υπάρχουν σήμερα μεγάλοι καλλιτέχνες, υπάρχουν και οι μικρότεροι. Η σύνθεση κάνει το όλο! Προσωπικά δεν μένω στο παιχνίδι του καλού και του κακού τραγουδιού. Άκουγα τη Καλομοίρα ας πούμε προχθές. Άσχετα με το καλλιτεχνικό κομμάτι, είδα πάνω της ένα τεράστιο πάθος να αποδείξει. Αν ακόμα και ping-pong να παίζανε, εγώ με τη πλευρά του Έλληνα θα ήμουν. Πολλές φορές έχει σημασία η μάχη που δίνεις. Και οι μάχες θέλουν ποιότητα. Εγώ δεν συζητώ για το τραγούδι, αλλά για τη συγκίνηση που ένιωσα βλέποντας ένα παιδί να μάχεται. Μια και μιλάμε για αυτό, να πω πως μου άρεσε το τραγούδι της Πορτογαλίας. Αλλά βγήκαν πολύ άγριοι και ακύρωσε η εικόνα το βαθύ τραγούδι. Διότι το τραγούδι δεν είναι εικόνα, είναι ο ήχος.

-Θα ενέκρινες άραγε, τα δικά σου τραγούδια να τραγουδηθούν και σε άλλη γλώσσα από άλλον καλλιτέχνη;

-Φυσικά! Αν ο τραγουδιστής κατανοήσει το βαθύ πνεύμα, τον τρόπο κατασκευής τους και τον ρόλο τους.Να μην φύγουν από το στόχο που έχουν στη πραγματικότητα. Διότι, σε όλα τα τραγούδια μου, πρώτα βάζω το στόχο και μετά κάνω το τραγούδι. Έτσι λοιπόν, η χροιά της φωνής, η αφή του στίχου πρέπει να με πείσουν για αυτό. Αλλά εγώ πιστεύω ότι η τέχνη είναι καμωμένη για να διαβάζεται σε πολλές διαφορετικές γλώσσες. Ένα σπουδαίο τραγούδι, είναι σπουδαίο παντού. Τα κίνητρα το κάνουν σπουδαίο. Παντού υπάρχουν δάκρυα από μάνες που αξίζουν να γίνουν τραγούδι, παντού υπάρχει νοσταλγία και πόνος.
Επιστροφή στην κορυφή

 
Μετάβαση στη:  
Μπορείτε να δημοσιεύσετε νέο Θέμα σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Δεν μπορείτε να επεξεργασθείτε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν μπορείτε να διαγράψετε τις δημοσιεύσεις σας σ' αυτή τη Δ.Συζήτηση
Δεν έχετε δικαίωμα ψήφου στα δημοψηφίσματα αυτής της Δ.Συζήτησης

Όλες οι Ώρες είναι GMT + 2 Ώρες